Φαίνεται όμως, ότι διεδραματίζοντο μεμονωμένα επεισόδια μεταξύ Χριστιανών και Τούρκων διότι μας διεσώθησαν εκ παραδόσεως διηγήσεις ως αι ακόλουθοι.: Ένας Τούρκος μπήκε μέσα σ’ ένα σπίτι, που υπήρχε μια κόρη μόνη της και ύφαινε. Ο άξεστος εκείνος τύραννος ήθελε να την ατιμάση δια της βίας. Η κόρη όπως ήτο μόνη ηννόησεν αμέσως, ότι μόνον θαύμα μπορούσε να την σώση. Δεν έχασεν όμως το θάρρος της και με νοήματα έδωσε στον Τούρκον να εννοήση ότι ο πόθος του θα επραγματοποείτο, εάν επερίμενε ολίγα λεπτά να τελειώση το ύφασμα που ύφαινε. Ούτος επείσθη και επερίμενε ικανοποιημένος. Εις το χρονικόν τούτο διάστημα η κόρη ρίπτουσα γλυκειές δήθεν ματιές εις τον καρτερούντα Τούρκον, ωμιλούσε ελληνικά λέγουσα τα εξής: Εγώ θα παντρευτώ, να γκαστρωθώ, να κάτσω να γεννήσω να φωνάξω. Βουθάτε μου γειτόνοι και πιάσαμμαι οι πόνοι. Τα τελευταία λόγια «βουθάτε μου γειτόνοι και πιάσαμμαι οι πόνοι.» τα έλεγε με ξεφωνητά και τα επανέλαβε δύο τρεις φορές. Εις το άκουσμα δε της φράσεως «βουθάτε μου γειτόνοι κλπ προσέτρεξαν οι γείτονες και μπήκαν στο σπίτι να δουν τι συνέβαινε. Η κόρη ανεθάρρησε και με δυο λόγια τους είπε τι συνέβαινε. Έπιασαν τότε τον κακούργον Τούρκον, τον εσκότωσαν και τον έριψαν μέσα σ’ ένα πηγάδι. Έτσι ηλευθερώθηκε η πτωχή ελληνοπούλα και ετιμωρήθηκεν ο απαίσιος τούρκος
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens