Τον καιρό, κείνο τον καιρό που πήρε την Κωνσταντινούπολι ο αγάς, έκατσε έφθασε τα παλάτια του, τα κονάκια του μές ςτη Κωνσταντινούπολι και έκατσε και είπε: αχ! Λέει, μέρος για να καθίσω λέει τούτο είναι λέει. Άμα θα είπε αυτούνα το λόγο, και απάνω που καθούντανε ς το παράθυρό του μπροστά ακόλλησαν έτσι 5 δύκτυλα ςτο τζάμι. Τώρα λέει καλά είπαμε το λόγο, μα κοίταξε λέει στο τζάμι τι ακόλλησε λέει, αυτό τώρα λέει ποιος θα το ξετιμήση, ποιος θα του βρη την άκρα. Το κατόπιν ρωτάει εδώ εκεί να βρη την άκρα και του λέει ένας, αυτό είναι ένας μέσα ςτη Γερμανία ένας σορός άνθρωπος, αυτός μόνο μπορεί να το καθαρίση. Τι ‘ναι αυτό που ήρθε ςτα μάτια σου μπροστά. Το κατόπιν κείνο τον άνθρωπο το γκατήρτισε από την Γερμανία, του έφερε στη Κων/πολι και του λέει. Τι με κατήρτισες εδώ λέει, σε ήφερε λέει να με δείξης, καλά την πήρα την Κων/πολι, και έκατσα μα τούτο τι είναι που ακόλλησε εδώ λέει. Αυτό λέει του λέει τον αγά τώρα ο γερμανός κείνος σοφός, λέει αυτό δεν μπορείς να το γρωνίσης τι είναι, δεν μπορώ λέει να σου το πω λέει, αυτό είναι λέει πέντε δάκτυλα, αυτό πεντακόσα χρόνια θα κάτσης εδώ μέσα, πο τα πεντακόσα κ’ ύστερα δεν είσαι ικανός λέει, θα βγης, άραγε θα πης τρεις φορές με όλα την καρδιά σου, θεέ μου πεντακόσια ας κάτσω και τα πεντακόσια κ ύστερα ας την πάρη πάλι κείνος που την είχε. Θα πης με όλα την καρδιά και τότε αυτά τα πέντε δάκτυλα τ’ ανθρωπήσα θα ξεγείρουνε, λέει. Και είπε αυτό το λόγο αυτός μ’ όλα πο την καρδιά του, και εξέπεσαν τα δάκτυλα από κει. Τότε γερμανός του απείκασι τον αγά που ταν καλός τι εισέβηκε μεσ’ς τη Τουρκία, η τα σήμερα.

Τον καιρό, κείνο τον καιρό που πήρε την Κωνσταντινούπολι ο αγάς, έκατσε έφθασε τα παλάτια του, τα κονάκια του μές ςτη Κωνσταντινούπολι και έκατσε και είπε: αχ! Λέει, μέρος για να καθίσω λέει τούτο είναι λέει. Άμα θα είπε αυτούνα το λόγο, και απάνω που καθούντανε ς το παράθυρό του μπροστά ακόλλησαν έτσι 5 δύκτυλα ςτο τζάμι. Τώρα λέει καλά είπαμε το λόγο, μα κοίταξε λέει στο τζάμι τι ακόλλησε λέει, αυτό τώρα λέει ποιος θα το ξετιμήση, ποιος θα του βρη την άκρα. Το κατόπιν ρωτάει εδώ εκεί να βρη την άκρα και του λέει ένας, αυτό είναι ένας μέσα ςτη Γερμανία ένας σορός άνθρωπος, αυτός μόνο μπορεί να το καθαρίση. Τι ‘ναι αυτό που ήρθε ςτα μάτια σου μπροστά. Το κατόπιν κείνο τον άνθρωπο το γκατήρτισε από την Γερμανία, του έφερε στη Κων/πολι και του λέει. Τι με κατήρτισες εδώ λέει, σε ήφερε λέει να με δείξης, καλά την πήρα την Κων/πολι, και έκατσα μα τούτο τι είναι που ακόλλησε εδώ λέει. Αυτό λέει του λέει τον αγά τώρα ο γερμανός κείνος σοφός, λέει αυτό δεν μπορείς να το γρωνίσης τι είναι, δεν μπορώ λέει να σου το πω λέει, αυτό είναι λέει πέντε δάκτυλα, αυτό πεντακόσα χρόνια θα κάτσης εδώ μέσα, πο τα πεντακόσα κ’ ύστερα δεν είσαι ικανός λέει, θα βγης, άραγε θα πης τρεις φορές με όλα την καρδιά σου, θεέ μου πεντακόσια ας κάτσω και τα πεντακόσια κ ύστερα ας την πάρη πάλι κείνος που την είχε. Θα πης με όλα την καρδιά και τότε αυτά τα πέντε δάκτυλα τ’ ανθρωπήσα θα ξεγείρουνε, λέει. Και είπε αυτό το λόγο αυτός μ’ όλα πο την καρδιά του, και εξέπεσαν τα δάκτυλα από κει. Τότε γερμανός του απείκασι τον αγά που ταν καλός τι εισέβηκε μεσ’ς τη Τουρκία, η τα σήμερα.
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Τον καιρό, κείνο τον καιρό που πήρε την Κωνσταντινούπολι ο αγάς, έκατσε έφθασε τα παλάτια του, τα κονάκια του μές ςτη Κωνσταντινούπολι και έκατσε και είπε: αχ! Λέει, μέρος για να καθίσω λέει τούτο είναι λέει. Άμα θα είπε αυτούνα το λόγο, και απάνω που καθούντανε ς το παράθυρό του μπροστά ακόλλησαν έτσι 5 δύκτυλα ςτο τζάμι. Τώρα λέει καλά είπαμε το λόγο, μα κοίταξε λέει στο τζάμι τι ακόλλησε λέει, αυτό τώρα λέει ποιος θα το ξετιμήση, ποιος θα του βρη την άκρα. Το κατόπιν ρωτάει εδώ εκεί να βρη την άκρα και του λέει ένας, αυτό είναι ένας μέσα ςτη Γερμανία ένας σορός άνθρωπος, αυτός μόνο μπορεί να το καθαρίση. Τι ‘ναι αυτό που ήρθε ςτα μάτια σου μπροστά. Το κατόπιν κείνο τον άνθρωπο το γκατήρτισε από την Γερμανία, του έφερε στη Κων/πολι και του λέει. Τι με κατήρτισες εδώ λέει, σε ήφερε λέει να με δείξης, καλά την πήρα την Κων/πολι, και έκατσα μα τούτο τι είναι που ακόλλησε εδώ λέει. Αυτό λέει του λέει τον αγά τώρα ο γερμανός κείνος σοφός, λέει αυτό δεν μπορείς να το γρωνίσης τι είναι, δεν μπορώ λέει να σου το πω λέει, αυτό είναι λέει πέντε δάκτυλα, αυτό πεντακόσα χρόνια θα κάτσης εδώ μέσα, πο τα πεντακόσα κ’ ύστερα δεν είσαι ικανός λέει, θα βγης, άραγε θα πης τρεις φορές με όλα την καρδιά σου, θεέ μου πεντακόσια ας κάτσω και τα πεντακόσια κ ύστερα ας την πάρη πάλι κείνος που την είχε. Θα πης με όλα την καρδιά και τότε αυτά τα πέντε δάκτυλα τ’ ανθρωπήσα θα ξεγείρουνε, λέει. Και είπε αυτό το λόγο αυτός μ’ όλα πο την καρδιά του, και εξέπεσαν τα δάκτυλα από κει. Τότε γερμανός του απείκασι τον αγά που ταν καλός τι εισέβηκε μεσ’ς τη Τουρκία, η τα σήμερα.

Ξανθάκης, Ι.
Ξανθάκης, Ι. (EL)

Παραδόσεις

Θράκη, Διδυμότειχο, Καρωτή


1922




Αρ. 1500, Ι. Ξανθάκης, Καρωτή, Διδυμότειχο, σελ. 64 – 67, 1922

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)