Εδιατάξενε μια φορά ο βασιλιάς κ’ εκόψανε όλοι τσι γέροντες. Ένα παλληκάρι αγαπούσενε τόσο πολύ το πατέρα dου και τον εφύλαξενε και τον εταοπότιζενε εκεί που τον είχενε. Μια φορά το παλληκάρι επήενε στο πατέρα dου στενοχωρημένο. Είdα χεις παιδί μου; Είdα να χω πατέρα. Τυχαίνει ν’αγαπούμενε τόσα παιδιά μια νέα βασιλιοπούλα κι ο βασιλιάς δεν δίνει σε καένα εμπιστοσύνη κ’ είπενε ν’ ανέβωμενε απάνω στο Ζάκι όποιος πρωτοδή τον ήλιο εκείνος θα ‘ν ο γαμbρός που θα κάψω. Λέει παιδί μου μη πικραίνεσαι. Θ’ ανέβετε το πρωϊ στο Ζα. Όλος ο κόζμος θα τηρά την Ανατολή κ’ εσύ θα τηράς τη Δύσι. Όdεν ήθελε bροβάλει ο ήλιος στην Ανατολή όλοι φωνάζανε μονομιάς νάτονε! Ο ήλιος την ώρα που θα πρωτοβγή χτυπά στη Δύσι κ’ εσύ θα φωνάξης πρώτος χωρίς να σε δη κανείς. Επήε κ’ ετήραζε τη Δύσι χωρίς να τόνε πάρη καένας χαbάρι. Εκεί που τήραζενε φωνάζει πρώτο το παιδί να τόνε! Λέει ο σκοπός, πιάστε τονε. Γέρον έχεις του λέει ο σκοπός. Φέρνουνε το παλληκάρι στο βασιλιά, Βρέ, του λέει γέρον έχεις. Τον έχω, λέει, βασιλιά μου γιατί τον αγαπώ πολύ. Θα πας γρήγορα να μου τόνε φέρης εδώ, του λέει ο βασιλιάς. Στο τέλος του άφησενε μέσα στο παλάτι το γέρο ο βασιλιάς για σύμβουλο. Γι’ αυτό dα λέει: γέρον έχεις; Κι αν δεν έχης γέρον αγόρασε. «Εταοπότιζενε»= Τον ετάϊζε και τον επότιζε, τον διέτρεφε. «Ζα»= Όρος ή τη περιοχή Φιλωτίου Νάξου, το υψηλότερο των Ζακλάδων (ύψος 1003μ.)
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens