Ο Χριστός τον καιρό που τον κυνηγούσανε οι Οβραίοι εκεί που περνούσε βρίσκει τα πρόβατα, τους λέει: - Έχετε κανένα μέρος, βρε πρόβατα να με κρύψετε; Και του λεν τα πρόβατα – Θα σε κρύψωμε μέσα στο μαλλί μας. Και τον έκρυψαν το Χριστό τα πρόβατα και τα ΄χει από τότε ευλογημένα. Πέρασε παρέκει. Βρίσκει τα γίδια. Τους λέει: μπορείτε να με κρύψετε πουθενά τους λέει Αυτός ο Χριστός – Τι να σε κρύψωμε, του είπαν αυτά, εμείς μόλις έρθης για να σε κρύψωμε θα βελιάξωμε, θα φωνάξωμε, δηλαδή θα τον μαρτυρήσουνε. – Καταραμένα να είστε, τους είπε και γι’ αυτό το λόγο είναι καταραμένα και γυρίζουν στις ράχες απάνω αυτά και τ’ άλογα τα ‘χει σημαδεμένα στο γόνα, στα μπροστινά πόδια, έχουν μιαν φόλα ξερή δεν βγάζ’ τρίχα καθόλου εκεί. Τα γίδια τα ‘χει βουλλωμένα και τ’ άλογα (=σφραγισμένα, σημαδεμένα). Πέρασε και στ’ άλογα κι αυτά, του είπαν θα χλιμιτίσωμε και γι’ αυτό είναι κι αυτά βουλλωμένα, καταραμένα και δεν χορταίνουν ποτέ, όσο τρώει το άλογο, δεν χορταίνει. Τα βόδια τον έκρυψαν μέσα στο κέρατο το Χριστό. Και γι’ αυτό είναι και ευλογημένα. Τη νύχτα δε βόσκουν καθόλου χορταίνουν με πολύ λίγη τροφή.
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens