Μια φορά οι Καλυμνιώτες εκάθουντανε στην ακρογιαλιά μ’ ένα Τούρκο κι επαινούσανε τον αρχάγγελο ντους. «Εμάς ο αρχάγγελος μας είναι θαματουργός, εμάς ο αρχάγγελος μας είναι θαματουργός». Και τόσα κι άλλα τόσα. Ακούει τους ο αγάς και δεν μιλεί. Στην υστεργιά τώσε λέει : «Σαν είναι, μωρέ, εσάς ο αρχάγγελος σας ετσά θαματουργός, δα τον πέψω δέκα λίρες κι άνεν πάνε δα το πιστέψω κι εγώ πως είναι θαματουργός». Βγάνει ο αγάς δέκα λίρες, βάνει τοις σ’ έναν κουτάκι, γράφει κι ένα γραμματάκι, βάνει το μέσα στο κουτί κι απόι ρίχνει το κουτί στη θάλασσα. Κάθουνε αυτοί στην ακρογιαλιά και θωρούνε το κουτί και ντρετώνει για τον αρχάγγελο. Θωρούν το και ποκωλώνει και χάνεται. Ερχίξανε αυτοί πάλι την κουβέντα κι εξεγνοίασανε. Μιαν κοπανιά έκενά που καθόντανε θωρούνε πάλι το κουτί κι εγιάγερνε οπίσω κι έρχεται κι αρράσει ομπρός στα πόδια ντους. Πιάνουν το κι ανοίγουν το και βρίσκουνε μέσα ένα γραμματάκι. Διαβάζουν το και τως ήλεγε : «Επήραμε το δώρον σου, αγαδικο, και σ’ ευχαριστούμε. Ο Θεός να σου τα πληθαίνει.» Επήρανε οι καλόγεροι τσι λίρες κι γράψανε κεινονά το γραμματάκι και το γιαγείρανε οπίσω. Ο αγάς, να το δη εξετάσθηκε και τώσε λέει ντελόγο : «Και εγώ Χρισθιανός και τα παιδιά μου και τα ΄γγόνια μου». Και βαφτίζονται κιόλας όλοι και γίνουνται Χριστιανοί
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens