Η εκκλησά είν’ να κτιστή στην (πλατεία) απλάδα, τα εργαλεία τα βρίσκαν αλλού, εδώ που βρίσκεται τώρα η εκκλησά και όσο κτίζαν το βρίσκαν γκρεμισμένο το πρωί. Και οτι το μέρος αυτό ήταν βωμός του Ηρακλέους. Τότες που ανοίγαμε τον αυλόγηρο ευρέθη κεφαλή με την κόμη (αραιές ξανθές τρίχες). – Είχαμε μια καρύδια μ’ ένα άλλο άθρωπο, ο άθρωπος έδινε τηγ καρυδιά, εμείς δεν θέλαμε να τη δώσουμε, ο πατέρας μου δεν έδινε τηγ καρυδιά και δεν έφτανε να γίνη η πόρτα της εκκλησίας. Πήρε ο άθρωπος να πα’ να φορτώση το μερίδιο του, να το πα’ στην εκκλησιά. Εφόρτωσε το μουλάρι του αφ’ τη θέση Λιβάδι. Πήγε και ο πατέρας μου και φόρτωσε το μουλάρι και πήγαινε. Βρήκε τομ πεθερό του και του λέει δεν (θ)α δώκης τα ξύλα στον Άη Γιάννη. Λέει «όχι βρε αδερφέ» και εχάθη το μουλαρι με τα ξύλα. Ψάχναν όλοι μες στο χωριό, τίποτε, ψάχναν όλη τη νύχτα και δεν το βρίσκαν μέχρι που έταξε : «Άη μου Γιάννη, βρες το μουλάρι και σου χαρίζω τα ξύλα». Ευρέθη το μουλάρι το πρωί φορτωμένο όξω αφ’ το χωριό. Και έτσι έδωκε τα ξύλα

Η εκκλησά είν’ να κτιστή στην (πλατεία) απλάδα, τα εργαλεία τα βρίσκαν αλλού, εδώ που βρίσκεται τώρα η εκκλησά και όσο κτίζαν το βρίσκαν γκρεμισμένο το πρωί. Και οτι το μέρος αυτό ήταν βωμός του Ηρακλέους. Τότες που ανοίγαμε τον αυλόγηρο ευρέθη κεφαλή με την κόμη (αραιές ξανθές τρίχες). – Είχαμε μια καρύδια μ’ ένα άλλο άθρωπο, ο άθρωπος έδινε τηγ καρυδιά, εμείς δεν θέλαμε να τη δώσουμε, ο πατέρας μου δεν έδινε τηγ καρυδιά και δεν έφτανε να γίνη η πόρτα της εκκλησίας. Πήρε ο άθρωπος να πα’ να φορτώση το μερίδιο του, να το πα’ στην εκκλησιά. Εφόρτωσε το μουλάρι του αφ’ τη θέση Λιβάδι. Πήγε και ο πατέρας μου και φόρτωσε το μουλάρι και πήγαινε. Βρήκε τομ πεθερό του και του λέει δεν (θ)α δώκης τα ξύλα στον Άη Γιάννη. Λέει «όχι βρε αδερφέ» και εχάθη το μουλαρι με τα ξύλα. Ψάχναν όλοι μες στο χωριό, τίποτε, ψάχναν όλη τη νύχτα και δεν το βρίσκαν μέχρι που έταξε : «Άη μου Γιάννη, βρες το μουλάρι και σου χαρίζω τα ξύλα». Ευρέθη το μουλάρι το πρωί φορτωμένο όξω αφ’ το χωριό. Και έτσι έδωκε τα ξύλα
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Η εκκλησά είν’ να κτιστή στην (πλατεία) απλάδα, τα εργαλεία τα βρίσκαν αλλού, εδώ που βρίσκεται τώρα η εκκλησά και όσο κτίζαν το βρίσκαν γκρεμισμένο το πρωί. Και οτι το μέρος αυτό ήταν βωμός του Ηρακλέους. Τότες που ανοίγαμε τον αυλόγηρο ευρέθη κεφαλή με την κόμη (αραιές ξανθές τρίχες). – Είχαμε μια καρύδια μ’ ένα άλλο άθρωπο, ο άθρωπος έδινε τηγ καρυδιά, εμείς δεν θέλαμε να τη δώσουμε, ο πατέρας μου δεν έδινε τηγ καρυδιά και δεν έφτανε να γίνη η πόρτα της εκκλησίας. Πήρε ο άθρωπος να πα’ να φορτώση το μερίδιο του, να το πα’ στην εκκλησιά. Εφόρτωσε το μουλάρι του αφ’ τη θέση Λιβάδι. Πήγε και ο πατέρας μου και φόρτωσε το μουλάρι και πήγαινε. Βρήκε τομ πεθερό του και του λέει δεν (θ)α δώκης τα ξύλα στον Άη Γιάννη. Λέει «όχι βρε αδερφέ» και εχάθη το μουλαρι με τα ξύλα. Ψάχναν όλοι μες στο χωριό, τίποτε, ψάχναν όλη τη νύχτα και δεν το βρίσκαν μέχρι που έταξε : «Άη μου Γιάννη, βρες το μουλάρι και σου χαρίζω τα ξύλα». Ευρέθη το μουλάρι το πρωί φορτωμένο όξω αφ’ το χωριό. Και έτσι έδωκε τα ξύλα

Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι. (EL)

Παραδόσεις

Χίος, Κουρούνια


1962




Λ. Α. αρ. 2456, σελ. 375 – 376, Άννης Ιω. Παπαμιχαήλ, Κουρούνια Χίου, 1962

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)