Εμείς οι ναυτικοί, αν δεν πούμε κι ένα βρωμόλογο, δεν καταλαβαίνουμε παρέα. Μας εκαταράστηκε ο Άη Νικόλας. Μια φορά, λέει, επήε να δή ένα καράβι και κεί που το γύριζε όλο, εκατέβηκε και στην πλώρη. Εκατέβηκε στην καμπίνα, που ‘ναι μπροστά κι είδε όλα που ήτανε μέσα κι είδε κι ένα ναύτη ξαπλωμένο. Τον πέρασε για άρρωστο και τον ευλόγησε. Αλλά καθώς έφευγε ο Άης Νικόλας κι ανέβαινε τη σκάλα, ο ναύτης εσηκώθηκε και πήε και του ‘πιασε τον κώλο … Εθύμωσε ο Άη Νικόλας κι επαραξενεύτηκε με την τόλμη του ναυτικού και μάλιστα που τον είχε για άρρωστο. Εκατάλαβε όμως, σαν άγιος που ήτανε, πως οι ναυτικοί δε διορθώνονται. Τους άφησε λοιπόν να έχουν το ελεύθερο σ’ όλες αυτές τις κωλοδουλείες και να ‘ναι συγχωρεμένοι.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών