Οντάν εκοιμήθηκε η Θεοτόκος επήγανε τα σύννεφα σ’ όλη την οικουμένη που ήσανε οι Αποστόλοι και τσι φέρανε για να τήνε κηδέψουνε. Το Θωμά δεν τον εφέρανε με την ώρα κι οντόν ήρθε την είχανε τρεις μέρες κηδεμένη. Λέει στους άλλους Αποστόλους: - «Μα τόσονά άτυχος είμαι εγώ, να μην τύχω μουδέ στση Θεοτόκος την κηδεία»! Παίρνουν τονε οι Αποστόλοι και πάνε στον τάφο να την προσκυνήση, σα δεν την πρόφτασε να τη δη. Πάνε θωρούνε τον τάφο άδειο. Ε! τότεσά ο Θωμάς δεν εβάσταξε πια κι εσήκωσε τα χέρια ντου στον ουρανό κι είπε: - «Ω θε μου τόσονά αμαρτωλός είμαι εγώ και μήτε στην Ανάσταση έτυχα, μήτε την Κυρία είδα» Κείνη την ώρα την είδε μέσα στα σύννεφα από πάνω ντου και του έρριξε τη ζώνη της.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών