Όταν κρέμασαν το Χριστό στο σταυρό πήραν η μάννα του Λαζάρου κι οι αδερφές του την κυρά την Παναγία στο σπίτι τους να της κάνουν τις παρηγοριές. Εκεί που είχανε λοιπόν το τραπέζι στρωμένο και τρώγανε πέρασε απ’ έξω η Αγία Λένη και είδε την Παναγία που την είχανε καθισμένη στη μέση κι έτρωγε. Στάθηκε λοιπόν και λέει : - Ποιος είδε γιό εις το σταυρό και μάννα στο τραπέζι; Γυρίζει λοιπόν η κυρά η Παναγιά και της λέει : - Εγώ, κάθομαι και τρώω, κάθησα στάν τράπεζα, να δώσω τις παρηγοριές, να πάρουν οι μαννάδες. Εμένα η καρδιά μου το ξέρει αν μπορώ να βάλω μπουκιά στο στόμα μου, μ’ αν πίσω και πεθάνω δε θα μείνη μάννα στο gόσμο για να βαστάξη του παιδιού της το gαϋμό. Πικράθηκε λοιπόν η Παναγιά που της είχε μιλήσει έτσι η Αγία Λένη και την καταράθηκε και της είπε : - Ελένη να λογιάζεσαι, κι Ελένη να λογιέσαι και ουδέ να δοξάζεσαι, ουδέ να προσκυνιέσαι. Είπ’ η αγία Λένη ούτε εκκλησιά δική της έχει, ούτε γιορτάζεται χώρια παρά μόνο με τον Άγιο Κωνσταντίνο, ούδε λειτουργιέται, ουδέ χώρια έχει εικόνισμα για να την προσκυνάμε.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών