Στον Άι Φανούρη κάμνομε τη φανουρόπιττα για τη μάννα του, γιατί ήτο αμαρτωλή για να της εσυχωρούν. Η μάννα τ' Άϊ Φανούρη ήτο πολύ κακιά σ' όλα της τα χρόνια μόνο μια κλωστή είχε δώσει κ' ηύρεν την στο κάτω κόσμο. Άμα απόθανε κ(αι) επήε στο κάτω κόσμο την βάλαν στη κόλασι, ο γυιός της όμως που 'το καλός άτρωπος της λυπότανε κ' έκαμε την πρώτη πίττα για να συχωρέσουν της μάννας του κ' ύστερα με την πίττα αυτή που έφτειαξε και με την κλωστή που 'χε δώση η μάννα του την τράβηξε και την έφκαλε απ' την κόλασι και την έβαλε στον παράδεισο. Τη φανουρόπιττα τη φτειάνομε με αλέυρι, ζάχαρι και λάδι. 'Μεις άμα θέλουμε τίποτε (ν)α δούμε ή άμα χάσωμε τίποτε και θέλομε (ν)α το 'βρούμε λέουμε : Άι Φανούρη μου φανέρωσε μας το και 'α κάμω την πίττα της μάννας σου. Κ' ύστερα κάμνομε την πίττα.

Στον Άι Φανούρη κάμνομε τη φανουρόπιττα για τη μάννα του, γιατί ήτο αμαρτωλή για να της εσυχωρούν. Η μάννα τ' Άϊ Φανούρη ήτο πολύ κακιά σ' όλα της τα χρόνια μόνο μια κλωστή είχε δώσει κ' ηύρεν την στο κάτω κόσμο. Άμα απόθανε κ(αι) επήε στο κάτω κόσμο την βάλαν στη κόλασι, ο γυιός της όμως που 'το καλός άτρωπος της λυπότανε κ' έκαμε την πρώτη πίττα για να συχωρέσουν της μάννας του κ' ύστερα με την πίττα αυτή που έφτειαξε και με την κλωστή που 'χε δώση η μάννα του την τράβηξε και την έφκαλε απ' την κόλασι και την έβαλε στον παράδεισο. Τη φανουρόπιττα τη φτειάνομε με αλέυρι, ζάχαρι και λάδι. 'Μεις άμα θέλουμε τίποτε (ν)α δούμε ή άμα χάσωμε τίποτε και θέλομε (ν)α το 'βρούμε λέουμε : Άι Φανούρη μου φανέρωσε μας το και 'α κάμω την πίττα της μάννας σου. Κ' ύστερα κάμνομε την πίττα.
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Στον Άι Φανούρη κάμνομε τη φανουρόπιττα για τη μάννα του, γιατί ήτο αμαρτωλή για να της εσυχωρούν. Η μάννα τ' Άϊ Φανούρη ήτο πολύ κακιά σ' όλα της τα χρόνια μόνο μια κλωστή είχε δώσει κ' ηύρεν την στο κάτω κόσμο. Άμα απόθανε κ(αι) επήε στο κάτω κόσμο την βάλαν στη κόλασι, ο γυιός της όμως που 'το καλός άτρωπος της λυπότανε κ' έκαμε την πρώτη πίττα για να συχωρέσουν της μάννας του κ' ύστερα με την πίττα αυτή που έφτειαξε και με την κλωστή που 'χε δώση η μάννα του την τράβηξε και την έφκαλε απ' την κόλασι και την έβαλε στον παράδεισο. Τη φανουρόπιττα τη φτειάνομε με αλέυρι, ζάχαρι και λάδι. 'Μεις άμα θέλουμε τίποτε (ν)α δούμε ή άμα χάσωμε τίποτε και θέλομε (ν)α το 'βρούμε λέουμε : Άι Φανούρη μου φανέρωσε μας το και 'α κάμω την πίττα της μάννας σου. Κ' ύστερα κάμνομε την πίττα.

Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι. (EL)

Παραδόσεις

Δωδεκάνησα, Χάλκη


1964




Λ. Α. αρ. 2892, σελ. 113, Άννης Ιω. Παπαμιχαήλ, Χάλκη Δωδεκανήσου, 1964

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)