Μια μάννα είχενε τρία παιδιά τη ρογιά, το Βάβουρα και τη μέλισσα. Η μάννα αρρώστησε κ’επρόκουντα για να πεθάνη κ’εμήνυσενε ‘ς το γυιό να προφτάση κι αυτός δεν ηπήγε μόνου είπε πως πλάθω και δεν αδειάζω και η μάννα του καταρήστηκε ψωμί να μην αποτάξη. Μήνυσε και ‘ς την κόρη τη Ρογιά,λέει,φαίνω και δεν αδειάζω. Της καταρήστηκεν η μάννα της να φαίνης παιδί μου και να μη ξεφαίνης. Ν απερνούν οι αθρώποι και τα ζά και να σε σπούν με τις κλωτσιές. Μήνυσε και ‘ς τη μέλισσα.Επρ’οφτασεν η μέλισσα. Τι θέλεις, μαννούλα μου χρυσή, εζύμωνα και τα παράτησα. Έχε κόρη μου την ευχή μου. Το σάλιο σου να είναι μέλι και τα κακά σου να είναι κερί να έχης πάντα δόξα.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών