Άμα κανείς πεθάνει κι’ έχει ‘’βγιό’’ = βίος = θησαυρός, κρυμμένο στη γή και δεν το πή, τότε κι’αυτός δε λειώνει κι’ο θησαυρός στοιχειώνει, το φυλάνε δαίμονες πολλοί. Συνήθως την υπόδειξη του θησαυρού κάνει στον ύπνο κάποιου κάποιος άγιος για να του χτίσουν ναό, μια, δυό, τρείς φορές στον ύπνο παρουσιάζεται και λέγει το τόπο που θα σκάψουν για να τον βρούν. Επειδή συνήθως και ο διάβολος πειράξει με θησαυρούς τους ανθρώπους ο ενυπνιασθείς ζητεί άδεια να πάρη σύντροφο μαζί του. Αν του το επιτρέφη πάνε συντροφιά δύο στο υποδειχθέν μέρος αν όχι τότε σκέπτεται μήπως τον πειράζει ο διάβολος και αναλόγως της αφοβίας του αποφασίζει να σκάψη μόνος ή ακριβώς το μεσημέρι ή ακριβώς μεσάνυχτα. Παίρνει μαζί του σταπί και φτυάρι και θυμιατό που τάνάβει κάνει το σταυρό του κι’ αρχίζει το σκάψιμο. Αν βρή το θησαυρό και κάνει να τον πάρη τότε οι φύλακες δαίμονες αρχίζουν τις φωνές ‘’δκός μας ίνι η βγιός’’, κπάνουν φασαρία μεγάλη μεταμορφώνονται σε αγρίμια, φίδια, φωτιά για να εκφοβίσουν τον ανσκάπτοντα συλητήν αυτός όμως τους προβάλλει όλα του τα φυλαχτά και κυρίως το σταυρό που φέρει στο λαιμό του προφέρει το ΙΣ ΧΡ ΝΙΚΑ, λέει το πιστεύω κι’ αν δεν τα χάση, δεν φοβηθή, παίρνει το θησαυρό και φεύγει ενώ οι δαίμονες τον ακολουθούν ώσπου να κράξη ο πρώτος πετεινός οπότε διαλύονται και εξαφανίζονται. Δεν πρέπει όμως να γυρίση πίσω του να δή γιατί θα πάθη μεγάλο κακό μπορεί να τυφλωθεί και να κουφαθή και να κουζουλαθή = να παραλύσουν τα άκρα του κυρίως τα πόδια κι ‘ άν μιλήση θα βουβαθή. Πρέπει δε να εκτελέση την επιθυμίαν του υποδείξαντος τον θησαυρόν άλλως κινδυνεύει να τον χάση και κακό να πάθη μεγάλο. ‘Αν από ακριτομύθεια μάθουν κι’ άλλοι για το θησαυρό δηλ. ‘’καταλαλ’ θή η βγιός’’ = καταλαληθή τότε όταν τον βρούν είναι καμωμένος κάρβουνα = έξ ού και το άνθρακες ο θησαυρός’’. Ξαναθάπτεται και αφήνεται για άλλον τυχερόν. Ταύτα πάντα σπανίως αναφέρονται. Δεν κάνει να λέγωνται. Θησαυρός = συνήθως σε πήλινο δοχείο/ κιούπ’ = πιθάρι, κουρούπ’ = μικρό πήλινο χωρίς χέρια ή κουμλ’ί

Άμα κανείς πεθάνει κι’ έχει ‘’βγιό’’ = βίος = θησαυρός, κρυμμένο στη γή και δεν το πή, τότε κι’αυτός δε λειώνει κι’ο θησαυρός στοιχειώνει, το φυλάνε δαίμονες πολλοί. Συνήθως την υπόδειξη του θησαυρού κάνει στον ύπνο κάποιου κάποιος άγιος για να του χτίσουν ναό, μια, δυό, τρείς φορές στον ύπνο παρουσιάζεται και λέγει το τόπο που θα σκάψουν για να τον βρούν. Επειδή συνήθως και ο διάβολος πειράξει με θησαυρούς τους ανθρώπους ο ενυπνιασθείς ζητεί άδεια να πάρη σύντροφο μαζί του. Αν του το επιτρέφη πάνε συντροφιά δύο στο υποδειχθέν μέρος αν όχι τότε σκέπτεται μήπως τον πειράζει ο διάβολος και αναλόγως της αφοβίας του αποφασίζει να σκάψη μόνος ή ακριβώς το μεσημέρι ή ακριβώς μεσάνυχτα. Παίρνει μαζί του σταπί και φτυάρι και θυμιατό που τάνάβει κάνει το σταυρό του κι’ αρχίζει το σκάψιμο. Αν βρή το θησαυρό και κάνει να τον πάρη τότε οι φύλακες δαίμονες αρχίζουν τις φωνές ‘’δκός μας ίνι η βγιός’’, κπάνουν φασαρία μεγάλη μεταμορφώνονται σε αγρίμια, φίδια, φωτιά για να εκφοβίσουν τον ανσκάπτοντα συλητήν αυτός όμως τους προβάλλει όλα του τα φυλαχτά και κυρίως το σταυρό που φέρει στο λαιμό του προφέρει το ΙΣ ΧΡ ΝΙΚΑ, λέει το πιστεύω κι’ αν δεν τα χάση, δεν φοβηθή, παίρνει το θησαυρό και φεύγει ενώ οι δαίμονες τον ακολουθούν ώσπου να κράξη ο πρώτος πετεινός οπότε διαλύονται και εξαφανίζονται. Δεν πρέπει όμως να γυρίση πίσω του να δή γιατί θα πάθη μεγάλο κακό μπορεί να τυφλωθεί και να κουφαθή και να κουζουλαθή = να παραλύσουν τα άκρα του κυρίως τα πόδια κι ‘ άν μιλήση θα βουβαθή. Πρέπει δε να εκτελέση την επιθυμίαν του υποδείξαντος τον θησαυρόν άλλως κινδυνεύει να τον χάση και κακό να πάθη μεγάλο. ‘Αν από ακριτομύθεια μάθουν κι’ άλλοι για το θησαυρό δηλ. ‘’καταλαλ’ θή η βγιός’’ = καταλαληθή τότε όταν τον βρούν είναι καμωμένος κάρβουνα = έξ ού και το άνθρακες ο θησαυρός’’. Ξαναθάπτεται και αφήνεται για άλλον τυχερόν. Ταύτα πάντα σπανίως αναφέρονται. Δεν κάνει να λέγωνται. Θησαυρός = συνήθως σε πήλινο δοχείο/ κιούπ’ = πιθάρι, κουρούπ’ = μικρό πήλινο χωρίς χέρια ή κουμλ’ί
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Άμα κανείς πεθάνει κι’ έχει ‘’βγιό’’ = βίος = θησαυρός, κρυμμένο στη γή και δεν το πή, τότε κι’αυτός δε λειώνει κι’ο θησαυρός στοιχειώνει, το φυλάνε δαίμονες πολλοί. Συνήθως την υπόδειξη του θησαυρού κάνει στον ύπνο κάποιου κάποιος άγιος για να του χτίσουν ναό, μια, δυό, τρείς φορές στον ύπνο παρουσιάζεται και λέγει το τόπο που θα σκάψουν για να τον βρούν. Επειδή συνήθως και ο διάβολος πειράξει με θησαυρούς τους ανθρώπους ο ενυπνιασθείς ζητεί άδεια να πάρη σύντροφο μαζί του. Αν του το επιτρέφη πάνε συντροφιά δύο στο υποδειχθέν μέρος αν όχι τότε σκέπτεται μήπως τον πειράζει ο διάβολος και αναλόγως της αφοβίας του αποφασίζει να σκάψη μόνος ή ακριβώς το μεσημέρι ή ακριβώς μεσάνυχτα. Παίρνει μαζί του σταπί και φτυάρι και θυμιατό που τάνάβει κάνει το σταυρό του κι’ αρχίζει το σκάψιμο. Αν βρή το θησαυρό και κάνει να τον πάρη τότε οι φύλακες δαίμονες αρχίζουν τις φωνές ‘’δκός μας ίνι η βγιός’’, κπάνουν φασαρία μεγάλη μεταμορφώνονται σε αγρίμια, φίδια, φωτιά για να εκφοβίσουν τον ανσκάπτοντα συλητήν αυτός όμως τους προβάλλει όλα του τα φυλαχτά και κυρίως το σταυρό που φέρει στο λαιμό του προφέρει το ΙΣ ΧΡ ΝΙΚΑ, λέει το πιστεύω κι’ αν δεν τα χάση, δεν φοβηθή, παίρνει το θησαυρό και φεύγει ενώ οι δαίμονες τον ακολουθούν ώσπου να κράξη ο πρώτος πετεινός οπότε διαλύονται και εξαφανίζονται. Δεν πρέπει όμως να γυρίση πίσω του να δή γιατί θα πάθη μεγάλο κακό μπορεί να τυφλωθεί και να κουφαθή και να κουζουλαθή = να παραλύσουν τα άκρα του κυρίως τα πόδια κι ‘ άν μιλήση θα βουβαθή. Πρέπει δε να εκτελέση την επιθυμίαν του υποδείξαντος τον θησαυρόν άλλως κινδυνεύει να τον χάση και κακό να πάθη μεγάλο. ‘Αν από ακριτομύθεια μάθουν κι’ άλλοι για το θησαυρό δηλ. ‘’καταλαλ’ θή η βγιός’’ = καταλαληθή τότε όταν τον βρούν είναι καμωμένος κάρβουνα = έξ ού και το άνθρακες ο θησαυρός’’. Ξαναθάπτεται και αφήνεται για άλλον τυχερόν. Ταύτα πάντα σπανίως αναφέρονται. Δεν κάνει να λέγωνται. Θησαυρός = συνήθως σε πήλινο δοχείο/ κιούπ’ = πιθάρι, κουρούπ’ = μικρό πήλινο χωρίς χέρια ή κουμλ’ί

Σαρέλλης, Εμμανουήλ
Σαρέλλης, Εμμανουήλ (EL)

Παραδόσεις

Λέσβος, Πλαγιά


1959




Λ. Α. αρ. 2295, σελ. 165-166, Εμμ. Σαρέλλη, Πλαγιά Λέσβου, 1959

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)