Κάποια βολά κατέβαινα με το Θανάση τον Τσόκα το ρέμμα. Εγώ μπροστά κείνος πίσω. Εκεί στη βρύση τη τούρκικη κοντά, ακούω βιολιά, καραμούζες, τούμπανα και βαρήγανε. Κοντοστάθηκα. Μου λέει ο Θανάσης : ''Τι στέκεις ; -Δεν ακούς του λέεω, κάποιος γάμος θα κατεβαίνη. - Δεν ακούω τίποτε, μου λέει. Πάμε παρακάτω. Τα ίδια. ''Μώρ'δεν ακούς τίποτα ; -Όχι.'' Τότε έβανα κι' εγώ κακό με το νού μου. Σα γύρισα σπίτι μου έγινε το κεφάλι μου τόσο.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών