Μια κάποια Τασούλα (Τασά) φύλαγε μια φορά κάτω στα χειμαδιά που έχομε, στη Στρίτσα (τοπων. Χειμαδιού), το λινάρ’να μη το φάν τα ζώα. Κίλσ’ένα λιθάρ’ ξαφν’κά και τη σκότωσι. Την πήραν και την έθαψαν στο χωριό. Από τότες βγήκε ‘’ήσκιωμα’’ σ’εκείνο το μέρος σα γελαδοτόμαρο. Ξεκινούσε από το μέρος που σκοτώθ΄κε και πήγαινε στο μνήκμα. Ένας από άλλο χωριό, από το Σκλούπο (νύν ονομ. Αμπελοχώρι) ντουφεκούσε το ήσκιωμα. Από τα πολλά ο δραγάτης του χωριού μέρα φεγγάρι στην καρτέρ. Το ήσκιωμα άραξε στο χωριό ψάλλοντας και διαβάζοντας. Τρόμος και φόβος έπιασε το χωριό. Πάησ’ ο παπάς έρριξ’ αγίασμ’ απού την τρύπα στο μνήμα και δεν ξαναβγήκι το γελαδοτόμαρο.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών