Η μανίτσα μ’κι η μαλέκω μι (γιαγιά) πάηναν κάποτι ψωμί στους αργάτες. Ήταν θερτής. Η μαλέκω μ’ μπροστά τσι η μανίτσα μ’πίσω. Καννιά βολά γυρίζει πίσω η μανίτσα μ’ και τι να δή. Ένας σαν παπάς ντυμένος,σαν καλόγερος. –Μανίτσα μ’, φίδι που με κουλουριάσε. Είπε η μάννα μ’. –Μη σκιάεσαι, ψυχούλα μ’, το ‘’Πάτερ ημών’’ πές και ίτσιου μη σκιάεσαι, της είπε η μαλέκω μ’. Μόλις έφθασαν στο κόνισμα παρουσιάζεται πάλε το ήσκιωμα σαν σκυλλί και μαύρο σαν κοράκι. Του μπήκανε με τις πέτρες και με το ‘’Πάτερ ημών’’ ματαχάθηκε και ξαναβγήκε πάλε κι άρπαξε το σακούλι της μαλέκως μου.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών