Μικρός ήμουνα περίπου δέδεκα χρόνια. Είχμαε τσομπάνο στα πρόβατα και μου έστειλε ο αδερφός μου να πάω γω στα πρόβατα ν’αλλάξη ο τσομπάνος. Μετά είχε περάσει ώρα. Περίπου από δώδεκα είχε φύγει μία. Με περίμεναν στο σπίτι αλλά ο τσομπάνος δεν είχε ρθή. Μετά κίνησε ο μεγάλος αδερφός μου και ήρθε. Κινώ να φύγω να ρθώ για το χωριό. Μόλις προχώρησαν τα πεντακόσια μέτρα ήταν ένα εκκλησάκι μοναχό της Αγίας Μαρίνας στην τοποθεσία Πηγαδίτσα. Μόλις κοιτώ προς τα πέρα βλέπω ένα φώς να έρχεται προς τα μένα. Προσέχω καλά μήπως είναι ζώο ή άνθρωπος με φώς στο χέρι και να έρχεται κατ’εμένα. Δεν βλέπω μόνο φώς και ρόποτο και το βάζω στα πόδια και γύρισα προς τον αδελφό μο μου αντίς να ρθώ στο χωριό. Έμεινα εκεί πέρα. (ρόποτο=κρότος, βοή)
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens