[Τα Καλλ'κατζούρια]κατ'ράν μέσα στα λουκάνικα (που φκιάνουν απ'το χοιρινό). Πρέπ' να τα φ'λέψ' και θα γλυτώσ'. (Το παλιοτσάρουχο φτάν'). Πρωτύτερα φόραγαν λουροτσάρουχα κι απο πάνου απο τις κάλτσες έβαναν αγράβιες(η αγράβια)_ από δέρμα κατσίκας και δεν πέρναε το νερό. Εκεί που βανούμε την Αρτ'μη (ξινοτύρι ή τυρί) αργάζει το τομάρι κι απο κείνο έβγαζαν τα γουρνοτσάρουχα.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών