Ήταν μια κι είχε μια νύφη, την εσήκωσε, πριν λαλήσουν οι πετεινοί άκραγα, επήε να ταϊση τα ζα, λοιπός, άμα επήε μες την απλάδα είδε και βαστούσαν χορό την επήραν και ‘κείνη μαζί στο χορό, την εξεντύναν την εκάναν γυμνή και την επήραν και εχόρευγε και ‘κείνη μαζίν των. Εχορεύγαν, ώστε που κράξαν οι πετεινοί, τι πετεινός έκραξε, ο «ρούσος», μετά ξανακράξαν οι πετεινοί, λέει τι πετεινός κράζει, λέει «δίκαστρος» (το λυρί διπλούν) λέουν, όπου φύει, φύει τώρα. Λοιπός, τα μαζεύγαν, άλλες παίρναν καζάνια γιατί ευτές τα μαγειρεύγουν κι όλας και άλλα πράγματα έφυε και κείνη και πήε σπίτιν της.
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens