Δρασκιλόνω= Αύρ «δρασκίλωσα» j παθ. Παρακ. «δρασκιλωμένο»= διέρχομαι άνωθεν τινός, ‘ς «δρασκελίζω» λέγεται «το έρμο το φίδι μες στο δρόμο ήταν ‘ς το δρασκύλωσα.» υπάρχει ‘ς δεισιδαιμονία καθ’ είν πιστεύεται ‘ς δοξάζεται, ότι ο εις πολυχρόνιον νόσον εμπεστίν, μη επιτυχών δεν της σωτηρίας αύτων , πράμα δρασκιλωμένο έχει, νεράιδα ή άλλο εξωτικόν ή αράπτω.
This item is provided by the institution :
Academy of Athens
Repository :
Archives of Proverbs and Popular Legends of the Hellenic Folklore Research Centre, Academy of Athens