Άκουσα απ’ την Αναστάσαινα, ότ’ είναι γυναίκες και χορεύουνε. Ότι πέρασ’ ένας εκεί κι ηθέλανε να τον χαβώσ’νε (να τον πάρουνε) της άρπαξε το μαντήλι, του το ζήταε, δεν της το’ δωσε, όσο που την ανάγκασε να γίνη γυναίκα του (παραδόθ’κε). Έπειτα έτυχε να θέλ’ να χορέψ’νε. Του ζήτησ’ το μαντήλ’ της το ‘δωκε. – Δεν πα’ να χορέψ’ς, γυναίκα; - Θα πάω, αλλά θέλω να μ’ δώσ’ς το μαντήλ’. Της το ΄δωσε. Αλλά εκείνη τελειώνοντας το χορό, του ‘πε «γεια σ’» και τ’ άφησε και μωρό στο σπίτ’, χωρίς σημασία.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών