Θα πισταυρώσαν dου Χστό πήρι δρόμου η Παναγιά κι που πάγινι δεν ήξιρι. Βούτηξι η νήλιους κι αρχίνει να σκουτνιάζ. Έδικι βρέθκι σ’ένα dόπου ψιμάτου δάφνις απ’καθριφτίζαν τα’άσπρα τα τα λουλούγια στου νιρό τα ανιβάνσας πούdαν ανάμεσα. Θαν απ’ούdαν κουμέν’ κάτσι να ξικουραστή κι να πγή κουμμάτ’νιρό να ξιγαναδγιάσ’. Ίσια πώσκοψι να πάρ’μνιά χούφτα νιρό, ακούγ’ d’ δάφιν’να d’ λέγ: -Χαρά σι σένα, Παναγιά. Σταυρώσαν dου γιό σ’κι η κουκκινάδα απ’τα’αχείλια σ’δε μπήγι νάρτ’. Απλουγιέτι τότι η Παναγιά κι λέγ’ d δάφιν : Οσ’ κουκκινάδα έχ’τα αχείλια μ’απά στα λουλούδια σ’να χθή, κι όσου φαρμάκ’έχ’ η καρδγιά μ’μές στου κουρμί σ’να ρζώσ’! Βουρκώσαν τα μάτγια τα κι όπους ήdαν γανιασμέν’. Μάτγια τσ’κι’έφγι. Κι απού τότι τα φύλλα ‘ς πούdαν άσπρα γινήκαν κόκκινα σα dου τραdάφλου κι του κουρμί τα κι τα φύλλα τα γινήκαν ψιακά σα dου φαρμάκ’.(πισταυρώσαν=Όταν ετελείωσαν τη σταύρωσι, κουμέν=της πηγής, κουμμάτ’=ολίγον, ξιγαναδγιάς=να φύγη η πίκρα, απλουγιέτι= απαντά, ψιακά= πικρά.)

Θα πισταυρώσαν dου Χστό πήρι δρόμου η Παναγιά κι που πάγινι δεν ήξιρι. Βούτηξι η νήλιους κι αρχίνει να σκουτνιάζ. Έδικι βρέθκι σ’ένα dόπου ψιμάτου δάφνις απ’καθριφτίζαν τα’άσπρα τα τα λουλούγια στου νιρό τα ανιβάνσας πούdαν ανάμεσα. Θαν απ’ούdαν κουμέν’ κάτσι να ξικουραστή κι να πγή κουμμάτ’νιρό να ξιγαναδγιάσ’. Ίσια πώσκοψι να πάρ’μνιά χούφτα νιρό, ακούγ’ d’ δάφιν’να d’ λέγ: -Χαρά σι σένα, Παναγιά. Σταυρώσαν dου γιό σ’κι η κουκκινάδα απ’τα’αχείλια σ’δε μπήγι νάρτ’. Απλουγιέτι τότι η Παναγιά κι λέγ’ d δάφιν : Οσ’ κουκκινάδα έχ’τα αχείλια μ’απά στα λουλούδια σ’να χθή, κι όσου φαρμάκ’έχ’ η καρδγιά μ’μές στου κουρμί σ’να ρζώσ’! Βουρκώσαν τα μάτγια τα κι όπους ήdαν γανιασμέν’. Μάτγια τσ’κι’έφγι. Κι απού τότι τα φύλλα ‘ς πούdαν άσπρα γινήκαν κόκκινα σα dου τραdάφλου κι του κουρμί τα κι τα φύλλα τα γινήκαν ψιακά σα dου φαρμάκ’.(πισταυρώσαν=Όταν ετελείωσαν τη σταύρωσι, κουμέν=της πηγής, κουμμάτ’=ολίγον, ξιγαναδγιάς=να φύγη η πίκρα, απλουγιέτι= απαντά, ψιακά= πικρά.)
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Θα πισταυρώσαν dου Χστό πήρι δρόμου η Παναγιά κι που πάγινι δεν ήξιρι. Βούτηξι η νήλιους κι αρχίνει να σκουτνιάζ. Έδικι βρέθκι σ’ένα dόπου ψιμάτου δάφνις απ’καθριφτίζαν τα’άσπρα τα τα λουλούγια στου νιρό τα ανιβάνσας πούdαν ανάμεσα. Θαν απ’ούdαν κουμέν’ κάτσι να ξικουραστή κι να πγή κουμμάτ’νιρό να ξιγαναδγιάσ’. Ίσια πώσκοψι να πάρ’μνιά χούφτα νιρό, ακούγ’ d’ δάφιν’να d’ λέγ: -Χαρά σι σένα, Παναγιά. Σταυρώσαν dου γιό σ’κι η κουκκινάδα απ’τα’αχείλια σ’δε μπήγι νάρτ’. Απλουγιέτι τότι η Παναγιά κι λέγ’ d δάφιν : Οσ’ κουκκινάδα έχ’τα αχείλια μ’απά στα λουλούδια σ’να χθή, κι όσου φαρμάκ’έχ’ η καρδγιά μ’μές στου κουρμί σ’να ρζώσ’! Βουρκώσαν τα μάτγια τα κι όπους ήdαν γανιασμέν’. Μάτγια τσ’κι’έφγι. Κι απού τότι τα φύλλα ‘ς πούdαν άσπρα γινήκαν κόκκινα σα dου τραdάφλου κι του κουρμί τα κι τα φύλλα τα γινήκαν ψιακά σα dου φαρμάκ’.(πισταυρώσαν=Όταν ετελείωσαν τη σταύρωσι, κουμέν=της πηγής, κουμμάτ’=ολίγον, ξιγαναδγιάς=να φύγη η πίκρα, απλουγιέτι= απαντά, ψιακά= πικρά.)

Ανδριώτης, Νικόλαος Π.
Ανδριώτης, Νικόλαος Π. (EL)

Παραδόσεις

Ίμβρος


1926




Αρ. 1443, σελ. 108, Ν. Ανδριώτης, Ιμβρος, 1926

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.