Μια φορά ήταν ένας τσοπάνης, που είχε διακόσα γίδια, τα κόλλαε στο ψηλό ψηλό τσουρούμι και βοσκάγανε. Τρώγανε ‘σαπάνω κλαράκια, σφεκτάμια και διάφορα άλλα κλαρικά. Έπειτα τ’ απομεσήμερο πήδησε ο τσοπάνης να τα μαζέψη, να τα ποτίση να τα ποτίση νερό κάτου στο κρυόρεμα. Έβλεπε πως όλα πίνανε, το τραΐ δεν έπινε. Από τις πολλές, θα φυλάξω, είπε ο τσοπάνης, να ιδώ που θα πάη να πιη νερό. Εγύρισε απάνου από το κρυόρεμα βόσκοντας κι έλεγε: να ιδώ που θα πάη! Εδώ κι εκεί, εδώ κι εκεί ισαπάνου στο τσουρουμάκι που βόσκανε, χούπ το βλέπει και βγαίνει από κάτι κοτρώνια, τα γένεια του βρεμένα «έντονε, λέει, τον έπιασα το φίλο!» Πάει λοιπόν κοντά και τι να ιδή! Νερό να βγάν’ η πέτρα. Το ντελάλησε λοιπόν τ’ αμολόητο πράμα, νάναι πηγάδι μέσ’ στο κοτρώνι κι από το τραΐ έμεινε «τραγοπήγαδο». Το νερό του δε φαίνεται πολύ κι όμως ζεξιές εργατιές όλο το καλοκαίρι, καμίνια, όλοι απόκει παίρνουν νερό και το νερό δε σώνεται!»

Μια φορά ήταν ένας τσοπάνης, που είχε διακόσα γίδια, τα κόλλαε στο ψηλό ψηλό τσουρούμι και βοσκάγανε. Τρώγανε ‘σαπάνω κλαράκια, σφεκτάμια και διάφορα άλλα κλαρικά. Έπειτα τ’ απομεσήμερο πήδησε ο τσοπάνης να τα μαζέψη, να τα ποτίση να τα ποτίση νερό κάτου στο κρυόρεμα. Έβλεπε πως όλα πίνανε, το τραΐ δεν έπινε. Από τις πολλές, θα φυλάξω, είπε ο τσοπάνης, να ιδώ που θα πάη να πιη νερό. Εγύρισε απάνου από το κρυόρεμα βόσκοντας κι έλεγε: να ιδώ που θα πάη! Εδώ κι εκεί, εδώ κι εκεί ισαπάνου στο τσουρουμάκι που βόσκανε, χούπ το βλέπει και βγαίνει από κάτι κοτρώνια, τα γένεια του βρεμένα «έντονε, λέει, τον έπιασα το φίλο!» Πάει λοιπόν κοντά και τι να ιδή! Νερό να βγάν’ η πέτρα. Το ντελάλησε λοιπόν τ’ αμολόητο πράμα, νάναι πηγάδι μέσ’ στο κοτρώνι κι από το τραΐ έμεινε «τραγοπήγαδο». Το νερό του δε φαίνεται πολύ κι όμως ζεξιές εργατιές όλο το καλοκαίρι, καμίνια, όλοι απόκει παίρνουν νερό και το νερό δε σώνεται!»
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Μια φορά ήταν ένας τσοπάνης, που είχε διακόσα γίδια, τα κόλλαε στο ψηλό ψηλό τσουρούμι και βοσκάγανε. Τρώγανε ‘σαπάνω κλαράκια, σφεκτάμια και διάφορα άλλα κλαρικά. Έπειτα τ’ απομεσήμερο πήδησε ο τσοπάνης να τα μαζέψη, να τα ποτίση να τα ποτίση νερό κάτου στο κρυόρεμα. Έβλεπε πως όλα πίνανε, το τραΐ δεν έπινε. Από τις πολλές, θα φυλάξω, είπε ο τσοπάνης, να ιδώ που θα πάη να πιη νερό. Εγύρισε απάνου από το κρυόρεμα βόσκοντας κι έλεγε: να ιδώ που θα πάη! Εδώ κι εκεί, εδώ κι εκεί ισαπάνου στο τσουρουμάκι που βόσκανε, χούπ το βλέπει και βγαίνει από κάτι κοτρώνια, τα γένεια του βρεμένα «έντονε, λέει, τον έπιασα το φίλο!» Πάει λοιπόν κοντά και τι να ιδή! Νερό να βγάν’ η πέτρα. Το ντελάλησε λοιπόν τ’ αμολόητο πράμα, νάναι πηγάδι μέσ’ στο κοτρώνι κι από το τραΐ έμεινε «τραγοπήγαδο». Το νερό του δε φαίνεται πολύ κι όμως ζεξιές εργατιές όλο το καλοκαίρι, καμίνια, όλοι απόκει παίρνουν νερό και το νερό δε σώνεται!»

Τσάκωνα, Μαγδαληνή Κ.
Τσάκωνα, Μαγδαληνή Κ. (EL)

Παραδόσεις

Μεσσηνία, Μανιάκι


1938




Αρ. 1474, σελ. 327, Μ. Τσάκωνα, Μανιάκι Μεσσηνίας, 1938

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)