Προέλευση του ανθρώπου Είναι πιθανό ότι τα πρώτα ανθρωποειδή επικοινωνούσαν μεταξύ τους με τη φωνή που εξελίχθηκε σε γλώσσα και ότι είχαν επίσης ανακαλύψει τα οπτικά και ενδεχόμενα τα ακουστικά σύμβολα. Το σύμβολο είναι δείγμα ευφυίας και επιτρέπει τη μετάδοση γνώσεων. Τα ζώα σε αντίθεση με τον άνθρωπο είναι ικανά να μεταδίδουν μόνο στοιχειώδεις γνώσεις. Ο άνθρωπος από την παλαιοντολογική ακόμη εποχή ήταν σε θέση να δίνει ένα νόημα στις γνώσεις, πεποιθήσεις και τεχνικές της εργασίας του, από όπου προήλθε ο πνευματικός πολιτισμός (κουλτούρα). Όσο αφορά το θάνατο, τον θεώρησε ως μια διακοπή μεταξύ της ζωής εδώ κάτω και ενός χρόνου εκείθεν. Έτσι ο άνθρωπος συνειδητοποιεί για πρώτη φορά ότι κυριαρχεί ένα μυστήριο της ύλης και του χρόνου στο οποίο προσπάθησε να δώσει απάντηση, εξήγηση. Αυτή είναι και η αρχή του Μύθου. Εφόσον τώρα ο χρόνος γίνεται αντιληπτός μόνο γιατί η ύλη των πραγμάτων αλλάζει κατά τη διάρκεια του χρόνου, χρόνος και ύλη αποτελούν ένα πράγμα με δύο πλευρές την υλική και τη χρονική. Ακόμη, επειδή το σύνολο της ύλης αποτελεί τον κόσμο, η γέννηση και ο θάνατος του κόσμου γίνονται επίσης αντικείμενο του μύθου. Η γέννηση εξάλλου. συνδέεται με τη μητέρα. Συνεπώς μητέρα και ύλη συνδέονται ως Γή-Μήτηρ και ο χρόνος γίνεται χρόνος ζωής, θανάτου. Η Μητέρα-Γυναίκα (η λατινική ετυμολογία συνδέει στενά τις λέξεις mater-materia) αφού λατρεύτηκε ως θεότητα έδωσε τη θέση της σε αρσενικούς θεούς παράλληλα με την προοδευτική αντικατάσταση της μητριαρχίας από την πατριαρχία. Έτσι ο homo sapiens —το μόνο είδος που επέζησε ανάμεσα στα υπόλοιπα ανθρώπινα είδη της παλαιοντολογικής εποχής— διαθέτει καταρχή το χρόνο και την ύλη, τη γέννηση, τη ζωή και το θάνατο και ο πολιτισμός του αντανακλά μία εικόνα του χρόνου-ύλης ή της ύλης-χρόνου. Κατά την επικρατέστερη σύγχρονη θεωρία ο homo sapiens προέρχεται από εξέλιξη του homo neanderthalensis, όπως εμφανίζεται στο τέλος της πλειστόκαινης εποχής, από όπου προέρχονται οι ονομασίες neaderthalen- sis sapiens και sapiens sapiens. Ο τελευταίος homo sapiens επικράτησε οριστικά 30.000 ή 40.000 χρόνια π.Χ. Στις φυλές που κατοίκησαν στην Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Πολυνησία (μετά το τέλος της εποχής των παγετώνων, 12.000 ή 10.000 π.Χ.) άρχισε να παράγεται μία πρώτη κοινωνική διαίρεση ανάμεσα σε αρχηγούς, σαμάνες (ιερείς, ιατροί και σοφοί) και τον υπόλοιπο πληθυσμό, σύμφωνα με τις επαγγελματικές-τεχνικές εξειδικεύσεις, διαίρεση που διήρκεσε μέχρι σήμερα. Οι καλλιτέχνες αποτέλεσαν ίσως μια τέταρτη κοινωνική τάξη στενά συνδεδεμένη με τη μαγεία ή κάποια λατρεία. Οι μορφές της Μητέρας-Θεότητας είναι το σύμβολο της γέννησης και του κύκλου της ζωής, της στοργής, της συμπάθειας. (Ας θυμηθούμε ότι όλα τα θέματα του θανάτου και της αγάπης είναι βαθειές εμπνεύσεις κάθε μεταφυσικής από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα). Πριν 8.000 χρόνια η νεολιθική εποχή παραχώρησε τη θέση της στην εποχή του χαλκού και μετά του ορείχαλκου που επέτρεψαν την αντικατάσταση της καθαρά πνευματικής κουλτούρας από τον τεχνικό πολιτισμό. Χάρη στον υπολογισμό του Edmonson η ταχύτητα της μετάδοσης των νέων ιδεών είναι 2 χλμ. το χρόνο. Έτσι λ.χ., μέσα σε 5.000 χρόνια, 10.000 χλμ. μπορούν να καλυφθούν, δηλ. από τη Δυτ. Ευρώπη μέχρι το κέντρο των Ινδιών, χωρίς να λάβουμε υπόψη μας και τις μεταναστεύσεις και εισβολές καθώς και τις ταχείες οδούς (θάλασσες, ποταμοί). Έτσι δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει ούτε που άρχισε ο προϊστορικός πνευματικός πολιτισμός, ούτε αν άρχισε σε μια συγκεκριμένη περιοχή ή αναδύθηκε γενικά εκεί όπου υπήρχαν άνθρωποι. Ο παλαιότερος πολιτισμός είναι των Σουμμερίων που ανάμεσα σε άλλα ανακάλυψαν και τη γραφή και αρχίζει από το 3.500 π.Χ. Ακολουθεί χρονολογικά ο Αιγυπτιακός πολιτισμός από το 3.000 π.Χ., λίγο αργότερα ο Μινωικός, κατά το 2.000 π.Χ. ο Χεττιτικός κατά το 2.000 π.Χ. και τέλος ο Μυκηναϊκός κατά το 1.700 π.Χ. Ο αποκαλούμενος τεχνικός πολιτισμός είναι πολύ μεταγενέστερος. Ο άνθρωπος εδώ έχει χάσει την αρχική αίσθηση του μύθου και προσπαθεί μάταια να την επανακτήσει μέσα στην αρχική της αυθεντικότητα. Με τον όρο αυτόν δεν εννοούμε μυθικές και ηρωικές αφηγήσεις αλλά το σύμβολο εκείνο για το οποίο δεν μπορούμε να μιλήσουμε ούτε λογικά ούτε δογματικά, θα λέγαμε ότι βρίσκεται κοντά στη φιλοσοφική «κατανόηση» και τη θρησκευτική πίστη. Η γνησιότερη όμως προσέγγιση του μύθου γίνεται μέσα από το «μυστικισμό» της εμπειρίας. Ίσως ο μύθος γεννιέται από την εμπειρία ακριβώς εκείνη όταν δηλ. ο σαμάνας εγκαταλείποντας τη μυστικιστική σιωπή του εκφράζεται με το μύθο. Δεν πρέπει όμως να συγχέουμε αυτή την εμπειρία με την καθαρά θρησκευτική της Αποκάλυψης που δεν παρέχει όπως η πρώτη γνώση, αλλά πίστη. Παρά τα παλαιολιθικά υπολείμματα σε διάφορες περιοχές του κόσμου (με εξαίρεση την Αμερική), μόνο τα ευρήματα της Ευρώπης και κυρίως της Γαλλίας και Ισπανίας αποκαλύπτουν ότι ο παλαιολιθικός άνθρωπος ασκούσε μια αληθινή ζωγραφική τέχνη πλήρη συμβολικής σημασίας που μαρτυρεί μια συμμαχία ανάμεσα στην πίστη και τη σκέψη, ένα είδος μαγείας συνδεδεμένης με τη γνώση της φύσης και παράλληλα υψηλή τέχνη. Είναι λοιπόν προφανές ότι η Ευρώπη διέθετε τις τρείς ιδιότητες που είναι απαραίτητος όρος για την εμφάνιση του πνευματικού πολιτισμού — κουλτούρας—, δηλ. τον «homo faber» τον «homo religiosus» και τον «philosophus». Φυσικά υπάρχουν επιτόπιες διαφορές αλλά γενικά παρέχεται η εντύπωση μιας ενότητας διαμέσου του χρόνου και του χώρου. Φαίνεται ότι ο Μέγας Μύθος (υποθετικός) υπονοεί τη σεξουαλικότητα —όχι όμως με την έννοια της σύγχρονης ψυχανάλυσης— αλλά με μια έννοια βαθειά σαν να ήταν ένας κινητήριος μηχανισμός που κάνει τον άνθρωπο να γνωρίσει τον κόσμο. Ίσως λοιπόν η σεξουαλική πράξη ήταν ένα είδος σεβασμού προερχομένου από την πιο οικεία πράξη γνωριμίας που μπορούσε να υπάρξει. Ο παλαιολιθικός πνευματικός πολιτισμός δεν εκφυλίστηκε σε τεχνολογικό πολιτισμό. Δεν υπάρχει ένδειξη έργου ή πόλης που να δημιουργήθηκε από κάποιο πλήθος ανθρώπων. Ανάμεσα στην παλαιολιθική και τη νεολιθική εποχή πρέπει να υπήρξε μια μεσολιθική. Ο «homo neanderthalensis» συμβιώνει με τον «Cro-magnon». Έτσι η πολιτισμική κληρονομιά περνά από τους αρχαίους στους σύγχρονους. Ο Μύθος όμως ίσως έχει χάσει την αρχική του έννοια. Από τη στιγμή που αρχίζει η κατάκτηση της γης, δεν πρόκειται πια για περιοχή κυνηγιού αλλά για ιδιοκτησία αγρού. Η σύγχρονη λέξη «culture» χρησιμοποιείται τουλάχιστο από τότε που αρχίζει η λατινική ομιλία. Για τη Δυτική Ευρώπη «culte» και «culture» έχουν την ίδια ετυμολογική ρίζα πράγμα που όμως δεν ισχύει για τους Έλληνες, για τους οποίους το «λατρεύω» διαφέρει από το «γεωργέω» (παρότι ο όρος «θεραπεία» ισχύει για τις ασθένειες, τη γη καθώς και τους ίδιους τους θεούς). Οπωσδήποτε ο νεολιθικός άνθρωπος έχει ανάγκη του δικού του μύθου. Όσο όμως αυξάνεται, η παλαιολιθική κοινωνικοπολιτική δομή δίνει τη θέση της σε ένα νέο τρόπο ζωής όπου οι άνθρωποι αρχίζουν να διαχωρίζονται: δημιουργείται η πόλη με τους δικούς της θεούς. Κάθε τι ξένο γίνεται έννοια. Έτσι και η εννοιοποίηση του χρόνου είναι αναπόφευκτη. Γι΄ αυτό το λόγο η Φιλοσοφία και κυρίως η μεταφυσική θα ξαναγυρίσουν με το πέρασμα των αιώνων, και με την επίδραση του χριστιανισμού, πάντα προς την προβληματική του χρόνου τη μεγαλύτερη πηγή των παραδόξων εκείνων με τα οποία βρίσκεται συνεχώς αντιμέτωπη η σκέψη.