Τo πρόβλημα της γενέσεως και φθοράς των όντων έχει αντιμετωπισθή κυρίως από τον Αριστοτέλη στο ομώνυμο έργο του, καθώς και από τους σχολιαστές του Σταγιρίτη. Στη μελέτη μας αυτή θα επιχειρήσουμε την ανάλυση των σχετικών προς το όλο θέμα εννοιών του αριστοτελικού κειμένου εν σχέσει πάντοτε προς τις παρατηρήσεις και τα σχόλια κυρίως του Ιωάννου του Φιλοπόνου, του Ιωάννου του Δαμασκηνού, του Μιχαήλ Ψελλού και του Ιωάννου του Ιταλού. Οι έννοιες αυτές, όπως γένεσις, φθορά, μεταβολή, κίνησις, αλλοίωσις, αποσύνθεσις, φθορά και φθίσις, εκφράζουν πολλές σημασίες από την ερμηνεία των οποίων εξαρτάται και η πορεία της σχετικής ερεύνης. I. Ο όρος γένεσις και ο συμπληρωματικός όρος όλεθρος αποτελούν τη βάση της φυσικής φιλοσοφίας σε συνάρτηση προς τους όρους αγέννητον και ανώλεθρον. Η διδασκαλία της εκ του μηδενός δημιουργίας του Χριστιανισμού θεωρείται ασυμβίβαστη προς το αξίωμα «εκ του μηδενός ουδέν γίγνεται» της ελληνικής φιλοσοφίας, καθ΄ όσον, όπως υποστηρίζεται από τον Αριστοτέλη «γένεσις εκ μη προϋπαρχούσης αιτίας είναι τελείως αδύνατη». Η γένεσις συνδέεται άμεσα προς την μίξιν και την σύγκρισιν, οπωσδήποτε όμως συναρτάται και προς την αλλοίωσιν ως την μετά την γένεσιν πορείαν του όντος. Υπό την έννοια αυτήν η γένεσις είναι η πορεία του όντος από το μη είναι στο είναι, μέσω της αρχής της κινήσεως, άνευ της οποίας το γεγονός της γενέσεως δεν είναι νοητόν. Ο Ιωάννης ο Ιταλός υποστηρίζει πως η κίνησις χωρεί από ένα είδος προς το αντίθετο του είδος, ενώ η γένεσις από την ύλη προς το είδος, μέσω της κινήσεως. II. Η αλλοίωσις διαφέρει της γενέσεως κατά το ότι η ύλη δεν φθείρεται παρά μόνον υφίσταται τροποποίηση μέσω των παθών. Η αλλαγή συμβαίνει μόνο στα γνωρίσματα και όχι στην ουσία, όπως τούτο γίνεται εμφανές στο παράδειγμα του μουσικού ανθρώπου. Συνέπεια της συντελούμενης στο ον αλλοιώσεως είναι η αύξησις, η οποία άρχεται από την γένεσιν και χωρεί μέσω της αλλοιώσεως στη νέα διαμόρφωση και οχι μόνον του όντος. Κυρία αιτία της αυξήσεως είναι η λεγομένη αυξητική ψυχή. Ο Αριστοτέλης προβαίνει στη διάκριση μεταξύ αυξήσεως και θρέψεως. III. Η μετάβαση του όντος από τη γένεσή του στην ολοκλήρωσή του συντελείται κυρίως μέσω της συνεχείας και της αφής, καθώς και της μίξεως. Ο όρος μίξις σημαίνει την συνένωση σ΄ ένα διαφορετικών στοιχείων, τα οποία συνέρχονται δια της συνεχείας και της αφής μεταξύ τους, καθ΄ όσον το ον πολλαχώς και ου καθ΄ ένα λέγεται τρόπον. IV. Το πρόβλημα της γενέσεως κατανοείται μόνο εφ΄ όσον συνδεθή αρρήκτως προς το πρόβλημα της φθοράς των όντων. Η φθορά δεν είναι κίνησις, ούτε το αντίθετο της, ηρεμία, άλλα είναι το τέλος μιας πορείας του όντος. Το όλο πρόβλημα της φθοράς των όντων συνδέεται προς την ερώτηση της αυτομάτου γενέσεως, καθώς και του τελικού αιτίου. Άλλωστε η θεωρία της αενάου γενέσεως δεν έχει σήμερα πολλούς υποστηρικτές. Το αέναον της γενέσεως εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι το φθειρόμενο καταλήγει στο μη ον, το οποίον είναι τίποτα.