Κάτω από του Βλαγκούλια το σπίτι είναι η παλιά εκκλησια του Άη – Γιάννη. Τώρα είναι χωμένη και δε φαίνεται. Από πάνω είχανε χτίσει κάποτε σπίτι, μα δεν κράτησε, γκρεμίστηκε. Τώρα, όποτε έρχουνται οι μεγάλες γιορτάδες φαίνεται μια λάμψη από κάτω και ακούγεται η καμπάνα της εκκλησίας που βαρεί. Εγώ την ακούω τακτικά κάθε Κυριακή, άσε πλιά το Μεγαλοβδόμαδο. Πέρσυ, τη Μεγάλη Παρασκευή, εβάρηγε βαρειά βαρειά ούλη την ημέρα. Ήμανε μονάχη μου στοσ πίτι και τρόμαζα. Βγαίνω στην πόρτα και φωνάζω της Βλαγκούλιαινας : “Γιώργαινα! Γιώργαινα! - έννοια σου, γειτόνισσα, μου φωνάζει εκείνη, την ακούω κι εγώ, μη σκιάζεσαι” ούλη μέρα δεν έπαψε να βαρή. Έχουνε παέι κάμποοσες φορές οι Κορωνιοί στο δεσπότη να του ζητήξουνε να ξεχώση την εκκλησία μα δεν έγινε τίποτις.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών