Ο Άγιος Προκόπιος (ήτανε πολύ μικρό εκκλησιδάκι) ενείρεψε μια φορά ένα οτι θέλει να το μεγαλώση (την εκκλησία) και να κάμη δυό παράθυρα ένα 'ς το βοριά κ' ένα 'ς το Νοτιά να κοιτάζη την Αγία άννα (εκκλ.) και τον άγιο Νικόλαον (εκκλ.) . Την εμεγαλωσανε. Το χειμώνα πηγαίνουν οι ψαράδες μέσα και καπνίζουνε και κλάνουνε και δεν τα δέχεται ο άγιος. Ενείρεψε πάλι κάποιο και του λέει : Να πάτε να χτίσετε ένα κελλί, να μπάινουνε μέσα οι άθρωποι γιατί δεν αντέχω την καπνιά και τη μυρωδιά. Αυτός άκουγε τη φωνή αλλα δεν τον έβλεπε. Με καιρό πάλι τον είδε κ' εστεκότανε κοντά 'ς την εκκλησία και του είπε : Να χτίσετε από το ιερό μέχρι το παράθυρο (το κέλλι). Όπως και τον χτίσανε. Επήγα κ' εγώ κ΄εκουβαλούσα πέτρες. Το τελειώσανε το κελί.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών