Ο ήλιον και ο φέγγον εμάλωσαν. Ο ήλιον έρπαξεν έναν καταμάγειαν και εχτύπησεν τόμ φέγγον και για τ' εκείνο έσ' απάν 'ςσομ πρόσωπόν ούτ' μαυράδας. Ατός πα εχτύπησεν τον ήλιον και έβγαλεν τ' έναν τ' ομμάτιν ούτ' και για τ' εκείνο ο ήλιον έναν ομμάτιν έσ(ει). [καταμάγειαν = σάρωθρον του φούρνου, φέγγον = σελήνη]
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών