Ένας παπάς ένα καιρό πήγε 'ς την εκκλησιά, Κυριακή μέρα Ανάστα εξημερώνονταν. Την Κυριακή ξημερώνονταν ο παπάς την ακλόθησε την παπαδιά έλαμε τα θελή,ατα του και έπειτα σέβηκε στην εκκλησιά ςτη λειτουργία. Στη λειτουργία μπαίνοντας είπεν αυτόνα τον άγγελος του Κυρίου ''ί'' πάτερ ί! πάτερ!, τι πράμα που έκανες σήμερο τι εισέβηκες ςτη λειτουργία δεν ήτον ικανό να το κάμη τότε είπε ο γερεύς, είπε τον άγγελο /δε είσαι ικανός εν εδώ να μου δώσης αυτό το λόγο. Εγώ πης την έκαμα την αμαρτία, θα προσπαθήσω να τη βγάλω αυτή την αμαρτία, εν τι ζόρ' έχεις και μου λές αυτό το λόγο. Τότε είπε ο ερεύς δεν είσαι ικανός το σφάλμα που έκανα ξέρω να το πληρώσω. Σε αρκεύω ςτο θεόν, κι ο άγγελος έμεινε ούδε εκεί δε μπόρεσε να παραμερίση. Μετά λίγα, μετά πολλά περνούν 350 χρόνια ούτε παπάς πεθνήσκει, ούτε άγγελος πεθβ'ησκει, κείνο το χωριό αποκτεί σε τόσα χρόνια μέσα μπάτεσε, χάθηκε, σβήστηκε κι ο κσέμος χάθηκαν, σκόρπισαν σύλνος κι παπάς 'πο χωριό σε χωριό έκανε παπαδιλίκι, να τύχη 'ς ένα χωριό μετά στην Ανατολή μεριά να τύχη έναν δεσπότη βγήκε 'ς το περίπετο ν'ανταμωθή με κείνο του παπά σε 'κείνο το χωριό που δεν πεθαίνει. Τότε πιάσθηκαν για μια γιορτή μέρα 'ς Άγιο Μάρκο, κείνη την ημέρα είναι έλεγ' ο παπάς, γιατί την τάδε την ημέρα δέσποτας. Τότε είπε ο δεσπότης τον παπά όξω σκύλλε, τι ξέρεις συ, τότε είπε παπάς, μένα στε πάτες, πόσω χρονώ 'σαι συ πάτες δεσπότης λέει πάλι συ σκυλλί, πόσω χρονώ 'σαι σύ γω μαι 350 χρονών λέει ο παπάς στο δεσπότη. Τώρα του λέει δεν το πιστεύω αυτό, με ψεματάς, λέμε δεσπότης τον παπά. Δεν το πιστεύω κύριε, δεν το πιστεύω, έλα να σου δείξω είμαι ή δεν είμαι 350 χρονών. Τι θα μου δείξης λέει θα σου δείξω λέει. Τότε λέει Δεσπότη, ζέψε ραμπατζή τ'άλογα, άντε του λέει του παπά, έλα αντίκρα μου να με πάς να με δείξης που είσαι 350 χρονώ. Τότε πήαιζαν σε κείνο το χωριό που χάθηκαν, που ήτονε παπάς κ'έκονε κείνο το σφάλμα. Και ο παπάς σε κείνο τον τόπο που 'ταν Άγιος Βήμος, τότε είπε παπάς του δεσπότη, Έ! πάτερ εδώ έβαλα την αμαρτία μου 'γω και ζώ. Άμα είπε τη φωνή παπάς αυτό το λόγο του Δεσπότη τότε αποκρίει άγγελος 'πο μέσα. Και λέει Ε! πάτερ έλα εδώ να με σχωρίσης τις αμαρτίες και να σε σχωρέσω να με βγάλης απ'δω μέσα, άγγελος λέει του παπά. Τόνε είπε παπάς τον άγγελο έ! Κύριε θα με σχωρέσης τες αμαρτίες συ άγγελος πάλι τη λέει, άγγελος λέει παπάς του λέει : γιατί δεν μποράς να με σχωρέσης τότε είπε άγγελος του παπά, μ'έδεσες εδώ και με άφησες κ'έφυγες. Ά! τώρα, λέει άγγελος πάλι, αν σε σχωρέσω 'γω σενα του λέει του παπά, τώρα τις αμαρτίες, ου πάτερ θα είνι ή δουλειά σου καλή, 'γω θα 'μαι εδώ δεμένος χρόνια αιώνια. Τότε λέει ο παπάς, του άγγελου, άντε σχωρεμένος και βγαλμένο :λέει και άγγελος λέει τότε του παπά άντε λέει πάτες κι απο τ'εμένα σχωρεμένα ευλογημένα. Τότε άγγελος άμα του είπε σχωρεμένα κ'ευλογημένα, βήκε ςτο παρό άγγελος απο τη φαλακή και του παίρνει του παπά τη ζωή και παπάς έμεινε εκεί, κι άγγελος πήρε του παπά τη ψυχή ώρα καλή, ςτα ουράνια, είς τότε ζούσ' ο παπάς. Τότε είπε ο Δεσπότης, μπρέ λέει μεις αυτό τον θαρρούσαμε ψεύτη μα αυτός σπετά πράματος ήτανε που είπε και ήλεγε του αραμπατζή, αραμπατζή, ζέψε τ'άλογα σου να φύγουμε απο 'δώ αυτός τα όσα είπε ήτανε σωστά τα ηκούσαμε, και τα ίδαμε.

Ένας παπάς ένα καιρό πήγε 'ς την εκκλησιά, Κυριακή μέρα Ανάστα εξημερώνονταν. Την Κυριακή ξημερώνονταν ο παπάς την ακλόθησε την παπαδιά έλαμε τα θελή,ατα του και έπειτα σέβηκε στην εκκλησιά ςτη λειτουργία. Στη λειτουργία μπαίνοντας είπεν αυτόνα τον άγγελος του Κυρίου ''ί'' πάτερ ί! πάτερ!, τι πράμα που έκανες σήμερο τι εισέβηκες ςτη λειτουργία δεν ήτον ικανό να το κάμη τότε είπε ο γερεύς, είπε τον άγγελο /δε είσαι ικανός εν εδώ να μου δώσης αυτό το λόγο. Εγώ πης την έκαμα την αμαρτία, θα προσπαθήσω να τη βγάλω αυτή την αμαρτία, εν τι ζόρ' έχεις και μου λές αυτό το λόγο. Τότε είπε ο ερεύς δεν είσαι ικανός το σφάλμα που έκανα ξέρω να το πληρώσω. Σε αρκεύω ςτο θεόν, κι ο άγγελος έμεινε ούδε εκεί δε μπόρεσε να παραμερίση. Μετά λίγα, μετά πολλά περνούν 350 χρόνια ούτε παπάς πεθνήσκει, ούτε άγγελος πεθβ'ησκει, κείνο το χωριό αποκτεί σε τόσα χρόνια μέσα μπάτεσε, χάθηκε, σβήστηκε κι ο κσέμος χάθηκαν, σκόρπισαν σύλνος κι παπάς 'πο χωριό σε χωριό έκανε παπαδιλίκι, να τύχη 'ς ένα χωριό μετά στην Ανατολή μεριά να τύχη έναν δεσπότη βγήκε 'ς το περίπετο ν'ανταμωθή με κείνο του παπά σε 'κείνο το χωριό που δεν πεθαίνει. Τότε πιάσθηκαν για μια γιορτή μέρα 'ς Άγιο Μάρκο, κείνη την ημέρα είναι έλεγ' ο παπάς, γιατί την τάδε την ημέρα δέσποτας. Τότε είπε ο δεσπότης τον παπά όξω σκύλλε, τι ξέρεις συ, τότε είπε παπάς, μένα στε πάτες, πόσω χρονώ 'σαι συ πάτες δεσπότης λέει πάλι συ σκυλλί, πόσω χρονώ 'σαι σύ γω μαι 350 χρονών λέει ο παπάς στο δεσπότη. Τώρα του λέει δεν το πιστεύω αυτό, με ψεματάς, λέμε δεσπότης τον παπά. Δεν το πιστεύω κύριε, δεν το πιστεύω, έλα να σου δείξω είμαι ή δεν είμαι 350 χρονών. Τι θα μου δείξης λέει θα σου δείξω λέει. Τότε λέει Δεσπότη, ζέψε ραμπατζή τ'άλογα, άντε του λέει του παπά, έλα αντίκρα μου να με πάς να με δείξης που είσαι 350 χρονώ. Τότε πήαιζαν σε κείνο το χωριό που χάθηκαν, που ήτονε παπάς κ'έκονε κείνο το σφάλμα. Και ο παπάς σε κείνο τον τόπο που 'ταν Άγιος Βήμος, τότε είπε παπάς του δεσπότη, Έ! πάτερ εδώ έβαλα την αμαρτία μου 'γω και ζώ. Άμα είπε τη φωνή παπάς αυτό το λόγο του Δεσπότη τότε αποκρίει άγγελος 'πο μέσα. Και λέει Ε! πάτερ έλα εδώ να με σχωρίσης τις αμαρτίες και να σε σχωρέσω να με βγάλης απ'δω μέσα, άγγελος λέει του παπά. Τόνε είπε παπάς τον άγγελο έ! Κύριε θα με σχωρέσης τες αμαρτίες συ άγγελος πάλι τη λέει, άγγελος λέει παπάς του λέει : γιατί δεν μποράς να με σχωρέσης τότε είπε άγγελος του παπά, μ'έδεσες εδώ και με άφησες κ'έφυγες. Ά! τώρα, λέει άγγελος πάλι, αν σε σχωρέσω 'γω σενα του λέει του παπά, τώρα τις αμαρτίες, ου πάτερ θα είνι ή δουλειά σου καλή, 'γω θα 'μαι εδώ δεμένος χρόνια αιώνια. Τότε λέει ο παπάς, του άγγελου, άντε σχωρεμένος και βγαλμένο :λέει και άγγελος λέει τότε του παπά άντε λέει πάτες κι απο τ'εμένα σχωρεμένα ευλογημένα. Τότε άγγελος άμα του είπε σχωρεμένα κ'ευλογημένα, βήκε ςτο παρό άγγελος απο τη φαλακή και του παίρνει του παπά τη ζωή και παπάς έμεινε εκεί, κι άγγελος πήρε του παπά τη ψυχή ώρα καλή, ςτα ουράνια, είς τότε ζούσ' ο παπάς. Τότε είπε ο Δεσπότης, μπρέ λέει μεις αυτό τον θαρρούσαμε ψεύτη μα αυτός σπετά πράματος ήτανε που είπε και ήλεγε του αραμπατζή, αραμπατζή, ζέψε τ'άλογα σου να φύγουμε απο 'δώ αυτός τα όσα είπε ήτανε σωστά τα ηκούσαμε, και τα ίδαμε.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Ένας παπάς ένα καιρό πήγε 'ς την εκκλησιά, Κυριακή μέρα Ανάστα εξημερώνονταν. Την Κυριακή ξημερώνονταν ο παπάς την ακλόθησε την παπαδιά έλαμε τα θελή,ατα του και έπειτα σέβηκε στην εκκλησιά ςτη λειτουργία. Στη λειτουργία μπαίνοντας είπεν αυτόνα τον άγγελος του Κυρίου ''ί'' πάτερ ί! πάτερ!, τι πράμα που έκανες σήμερο τι εισέβηκες ςτη λειτουργία δεν ήτον ικανό να το κάμη τότε είπε ο γερεύς, είπε τον άγγελο /δε είσαι ικανός εν εδώ να μου δώσης αυτό το λόγο. Εγώ πης την έκαμα την αμαρτία, θα προσπαθήσω να τη βγάλω αυτή την αμαρτία, εν τι ζόρ' έχεις και μου λές αυτό το λόγο. Τότε είπε ο ερεύς δεν είσαι ικανός το σφάλμα που έκανα ξέρω να το πληρώσω. Σε αρκεύω ςτο θεόν, κι ο άγγελος έμεινε ούδε εκεί δε μπόρεσε να παραμερίση. Μετά λίγα, μετά πολλά περνούν 350 χρόνια ούτε παπάς πεθνήσκει, ούτε άγγελος πεθβ'ησκει, κείνο το χωριό αποκτεί σε τόσα χρόνια μέσα μπάτεσε, χάθηκε, σβήστηκε κι ο κσέμος χάθηκαν, σκόρπισαν σύλνος κι παπάς 'πο χωριό σε χωριό έκανε παπαδιλίκι, να τύχη 'ς ένα χωριό μετά στην Ανατολή μεριά να τύχη έναν δεσπότη βγήκε 'ς το περίπετο ν'ανταμωθή με κείνο του παπά σε 'κείνο το χωριό που δεν πεθαίνει. Τότε πιάσθηκαν για μια γιορτή μέρα 'ς Άγιο Μάρκο, κείνη την ημέρα είναι έλεγ' ο παπάς, γιατί την τάδε την ημέρα δέσποτας. Τότε είπε ο δεσπότης τον παπά όξω σκύλλε, τι ξέρεις συ, τότε είπε παπάς, μένα στε πάτες, πόσω χρονώ 'σαι συ πάτες δεσπότης λέει πάλι συ σκυλλί, πόσω χρονώ 'σαι σύ γω μαι 350 χρονών λέει ο παπάς στο δεσπότη. Τώρα του λέει δεν το πιστεύω αυτό, με ψεματάς, λέμε δεσπότης τον παπά. Δεν το πιστεύω κύριε, δεν το πιστεύω, έλα να σου δείξω είμαι ή δεν είμαι 350 χρονών. Τι θα μου δείξης λέει θα σου δείξω λέει. Τότε λέει Δεσπότη, ζέψε ραμπατζή τ'άλογα, άντε του λέει του παπά, έλα αντίκρα μου να με πάς να με δείξης που είσαι 350 χρονώ. Τότε πήαιζαν σε κείνο το χωριό που χάθηκαν, που ήτονε παπάς κ'έκονε κείνο το σφάλμα. Και ο παπάς σε κείνο τον τόπο που 'ταν Άγιος Βήμος, τότε είπε παπάς του δεσπότη, Έ! πάτερ εδώ έβαλα την αμαρτία μου 'γω και ζώ. Άμα είπε τη φωνή παπάς αυτό το λόγο του Δεσπότη τότε αποκρίει άγγελος 'πο μέσα. Και λέει Ε! πάτερ έλα εδώ να με σχωρίσης τις αμαρτίες και να σε σχωρέσω να με βγάλης απ'δω μέσα, άγγελος λέει του παπά. Τόνε είπε παπάς τον άγγελο έ! Κύριε θα με σχωρέσης τες αμαρτίες συ άγγελος πάλι τη λέει, άγγελος λέει παπάς του λέει : γιατί δεν μποράς να με σχωρέσης τότε είπε άγγελος του παπά, μ'έδεσες εδώ και με άφησες κ'έφυγες. Ά! τώρα, λέει άγγελος πάλι, αν σε σχωρέσω 'γω σενα του λέει του παπά, τώρα τις αμαρτίες, ου πάτερ θα είνι ή δουλειά σου καλή, 'γω θα 'μαι εδώ δεμένος χρόνια αιώνια. Τότε λέει ο παπάς, του άγγελου, άντε σχωρεμένος και βγαλμένο :λέει και άγγελος λέει τότε του παπά άντε λέει πάτες κι απο τ'εμένα σχωρεμένα ευλογημένα. Τότε άγγελος άμα του είπε σχωρεμένα κ'ευλογημένα, βήκε ςτο παρό άγγελος απο τη φαλακή και του παίρνει του παπά τη ζωή και παπάς έμεινε εκεί, κι άγγελος πήρε του παπά τη ψυχή ώρα καλή, ςτα ουράνια, είς τότε ζούσ' ο παπάς. Τότε είπε ο Δεσπότης, μπρέ λέει μεις αυτό τον θαρρούσαμε ψεύτη μα αυτός σπετά πράματος ήτανε που είπε και ήλεγε του αραμπατζή, αραμπατζή, ζέψε τ'άλογα σου να φύγουμε απο 'δώ αυτός τα όσα είπε ήτανε σωστά τα ηκούσαμε, και τα ίδαμε.

Ξανθάκης, Ι.
Ξανθάκης, Ι. (EL)

Παραδόσεις

Θράκη, Διδυμότειχο, Καρωτή


1922




Αρ. 1500, Ι. Ξανθάκης, σελ. 58-64, Καρωτή (Διδυμότειχο), 1922

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.