Όταν κατέβασε κι βούλωσι το ποτάμι, ο Ονόχωνος του Κέδρου, παρουσιάστηκε ένας Αράπης κι η Μαλέτσω. Μαζεύτηκε νερό πολύ, βούλωσ’ η γέφυρα από τα ξύλα, θα ‘πεφτε και ‘κείνη την ώρα ακούστηκαν φωνές. Βάστ’ Αράπη! Βάστα Μαλέτσω ! (ο ένας τον άλλο). Αυτούς τους έσφαξαν, λέει, τότε που θεμέλωσαν το γεφύρι (με καμάρες, άλλοτε πέτρινο). ‘Ειχαν σφάξει έναν Αράπη και μια γυναίκα, που την έλεγαν Μαλέτσω. Λοιπόν εκείνο το βράδυ ακούστηκε φωνή :’’ Βάστα Αράπη –Βάστα Μαλέτσω!’’ και το γεφύρι δεν έπεσε. (Την φωνή την ακούσανε άνθρωποι εκεί γύρω).
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών