Στη Ματσούκα τοπ. του χωριού επήε μια ‘υναίκα και ενυχτιάστηκε, επήε (γ)ια να κόψη κλαϊά κ’ εκεί πήαν οι ανεράες και την έπιασαν στο χορό και χόρευκε, φώναξε το άσπρο πουλί (κόκορα) λέουν χορεύκετε μωρή φωνάζει τ’ άσπρο, άμα φωνάξη το μαύρο ‘α τ΄ αφήσουμε (ν)α πας στο κολάι σου. Εφώναξε το μαύρο και την εφήκαν κ(αι) επήεν στο κολάι της. Αυτές που χόρευκαν οι ανεράες ήτο ντυμένες με άσπρα μαντήλια, έλεε ‘κείνη ότι ήτο και άντρες μαζί και αυτοί ήτο ντυμένοι με τ’ άσπρα. Τα φουστάνια των ήτο μακριά άσπρα ζωσμένες στη μέση με κάτι πάννες άσπρες και τα μανίκια των ήτο φαριά.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών