«Κοντά στα χάνια, από την απάνου μεριά, είναι μια πέτρα μεγάλη κ είναι τρούπια κι άμα ο άντρωπος είναι νεραϊδικός κ είναι χάμου μεινεμένος, θα πάνε να τον περάσουνε μέσα κ ή θα ζήση ή θα πεθάνη. Κ η γυναίκα, άμα κάνη τα παιδιά και δεν της ζούνε, θα πάη και θα περάση γκαστρωμένη τρεις φορές και θα φύγη, δίχως να κοιτάξη πίσω της και θα της ζούνε τα παιδιά. Τόκαμε και μια δωπάνου και της εζήσαν τα παιδιά. Δεν διάκες εκεί, να πάμε να την ιδής και θα κάμης σεΐρι και θα ειπής: ποιος την έφτειανε την πέτρα τούτη, ποιος την πελέκαγε! Είναι ένα παιδί στο χωριό μας κι ούτε καταξιώθηκε η μάννα του να το πάη κι αν είναι νεραϊδικό θα πεθάνη, γιατί περνάνε νεράιδες έδεκει. Οι Νεράϊδες είναι γυναίκες ατήραχτες από την ομορφιά και αν περάσης θα σου μιλήσουν και συ να φυλαχτής να μη δώκης λόγο, γιατί θα σου πάρουν τη μιλιά».
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών