Στις κουφάλες από τα δέντρα συχνάζει ο διάβολος και γι’ αυτό τα κυνηγάει, τα βαράει και κεραυνός, γιατί πάει εκεί ο διάβολος. Αυτό έχει γίνει σε μια βάβω δικιά μου. Είχε πάει τα γελάδια της και καθόντανε από κάτ’ από να δέντρο, κ’ εκείνη τη στιγμή θα βαρούσε κεραυνός, γιατί ήταν ο διάβολος μέσα στην κουφάλα και βγαίνει μία γυναίκα άγνωστη, άγνωστη γυναίκα εντελώς και φώναξε τ΄όνομά της. Έβρεχε κ εbουbούνιζε και δεν ακούστηκε (=δεν άκουσε) η βάβω που βοσκε τα γελάδια. Αυτή, λέει, είπε, όπως είπ’ η βάβω μ’ τότες, ήτανε η μοίρα μου, η τύχ’ μου. Και όπως δεν άκουσ’ η βάβω μ’, επήγε εκείνη η τύχ’ της και της εβάρεσε τα γελάδια από το δέντρο, τα έβγαλε από το δέντρο έξω. Μόλις τα έβγαλε από το δέντρο έγινε ο δέντρος κομμάτια από τον κεραυνό. Αν δεν τα ‘χε βγάλει η μοίρα της, πάγαιναν τα γελάδια όλα.

Στις κουφάλες από τα δέντρα συχνάζει ο διάβολος και γι’ αυτό τα κυνηγάει, τα βαράει και κεραυνός, γιατί πάει εκεί ο διάβολος. Αυτό έχει γίνει σε μια βάβω δικιά μου. Είχε πάει τα γελάδια της και καθόντανε από κάτ’ από να δέντρο, κ’ εκείνη τη στιγμή θα βαρούσε κεραυνός, γιατί ήταν ο διάβολος μέσα στην κουφάλα και βγαίνει μία γυναίκα άγνωστη, άγνωστη γυναίκα εντελώς και φώναξε τ΄όνομά της. Έβρεχε κ εbουbούνιζε και δεν ακούστηκε (=δεν άκουσε) η βάβω που βοσκε τα γελάδια. Αυτή, λέει, είπε, όπως είπ’ η βάβω μ’ τότες, ήτανε η μοίρα μου, η τύχ’ μου. Και όπως δεν άκουσ’ η βάβω μ’, επήγε εκείνη η τύχ’ της και της εβάρεσε τα γελάδια από το δέντρο, τα έβγαλε από το δέντρο έξω. Μόλις τα έβγαλε από το δέντρο έγινε ο δέντρος κομμάτια από τον κεραυνό. Αν δεν τα ‘χε βγάλει η μοίρα της, πάγαιναν τα γελάδια όλα.
see the original item page
in the repository's web site and access all digital files of the item*
use
the file or the thumbnail according to the license:
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Attribution-NonCommercial-NoDerivatives
CC_BY_NC_ND



Στις κουφάλες από τα δέντρα συχνάζει ο διάβολος και γι’ αυτό τα κυνηγάει, τα βαράει και κεραυνός, γιατί πάει εκεί ο διάβολος. Αυτό έχει γίνει σε μια βάβω δικιά μου. Είχε πάει τα γελάδια της και καθόντανε από κάτ’ από να δέντρο, κ’ εκείνη τη στιγμή θα βαρούσε κεραυνός, γιατί ήταν ο διάβολος μέσα στην κουφάλα και βγαίνει μία γυναίκα άγνωστη, άγνωστη γυναίκα εντελώς και φώναξε τ΄όνομά της. Έβρεχε κ εbουbούνιζε και δεν ακούστηκε (=δεν άκουσε) η βάβω που βοσκε τα γελάδια. Αυτή, λέει, είπε, όπως είπ’ η βάβω μ’ τότες, ήτανε η μοίρα μου, η τύχ’ μου. Και όπως δεν άκουσ’ η βάβω μ’, επήγε εκείνη η τύχ’ της και της εβάρεσε τα γελάδια από το δέντρο, τα έβγαλε από το δέντρο έξω. Μόλις τα έβγαλε από το δέντρο έγινε ο δέντρος κομμάτια από τον κεραυνό. Αν δεν τα ‘χε βγάλει η μοίρα της, πάγαιναν τα γελάδια όλα.

Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (EL)

Παραδόσεις

Θεσπρωτία, Αυλότοπος


1958




Λ. Α. αρ. 2277 Β, σελ. 46, Δημ. Β. Οικονομίδου, Αυλότοπος Σουλίου, 1958

Text

Greek




*Institutions are responsible for keeping their URLs functional (digital file, item page in repository site)