Αφού ο Χριστός φύλαγε τα πρόβατα είχε και μαζί του τα σκ’λιά. Και παρουσιάζεται ο δαίμονας στο Χριστό και τ’ λέει – τι είν’ αυτά; - Αυτά είναι σκ’λιά, του λέει ο Χριστός, και φυλάν τα πρόβατα. Λέει, πρέπει να ‘χω και γω ένα τέτοιο να μου φυλάν τα γίδια, επειδής είναι τα γίδια, του διαβόλου. Του λέει ο Χριστός, θα σε ορμηνέψω – δω να φκειάσης και συ ένα σκ’λί. – Θα πας του λέει, να κόψης ένα κούτσουρο από μια αγραπιδιά, γκορτζά, και θα τη κοντοκοριάσης κι αφού θα είναι ίσο το κούτσουρο, από δω κομμένο κι από κει κομμένο, θα το κλωτσήσης με το ποδάρ’ και θα τ’ πης. – Σήκ’ απάνω να φας τον αφέντη σ’. Ο διάβολος έφυγε κ’ έκοψε το κούτσουρ’ από την αγραπιδιά και αφού το κοντοκούριασε πονηρεύτ’κε όμως μήπως σηκωθή και τον φάη κ’ έφκειασι ένα λάκκο κι μπήκε μέσα ο διάολος στο λάκκο κ’ έβγαλε το ποδάρ’ τ’ όξω. Και το κλωτσάει το κούτσουρο με το ποδάρ’. Και τ΄ λέει. Σήκως να φας τον αφέντη σου. Κι έτσι το κούτσουρο έγινε λύκος και του τρώει το ποδάρ’. Και γι αυτό είναι κουτσοδαίμονας και ο λύκος είναι αλύγιστος, κούτσουρο.

Αφού ο Χριστός φύλαγε τα πρόβατα είχε και μαζί του τα σκ’λιά. Και παρουσιάζεται ο δαίμονας στο Χριστό και τ’ λέει – τι είν’ αυτά; - Αυτά είναι σκ’λιά, του λέει ο Χριστός, και φυλάν τα πρόβατα. Λέει, πρέπει να ‘χω και γω ένα τέτοιο να μου φυλάν τα γίδια, επειδής είναι τα γίδια, του διαβόλου. Του λέει ο Χριστός, θα σε ορμηνέψω – δω να φκειάσης και συ ένα σκ’λί. – Θα πας του λέει, να κόψης ένα κούτσουρο από μια αγραπιδιά, γκορτζά, και θα τη κοντοκοριάσης κι αφού θα είναι ίσο το κούτσουρο, από δω κομμένο κι από κει κομμένο, θα το κλωτσήσης με το ποδάρ’ και θα τ’ πης. – Σήκ’ απάνω να φας τον αφέντη σ’. Ο διάβολος έφυγε κ’ έκοψε το κούτσουρ’ από την αγραπιδιά και αφού το κοντοκούριασε πονηρεύτ’κε όμως μήπως σηκωθή και τον φάη κ’ έφκειασι ένα λάκκο κι μπήκε μέσα ο διάολος στο λάκκο κ’ έβγαλε το ποδάρ’ τ’ όξω. Και το κλωτσάει το κούτσουρο με το ποδάρ’. Και τ΄ λέει. Σήκως να φας τον αφέντη σου. Κι έτσι το κούτσουρο έγινε λύκος και του τρώει το ποδάρ’. Και γι αυτό είναι κουτσοδαίμονας και ο λύκος είναι αλύγιστος, κούτσουρο.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Αφού ο Χριστός φύλαγε τα πρόβατα είχε και μαζί του τα σκ’λιά. Και παρουσιάζεται ο δαίμονας στο Χριστό και τ’ λέει – τι είν’ αυτά; - Αυτά είναι σκ’λιά, του λέει ο Χριστός, και φυλάν τα πρόβατα. Λέει, πρέπει να ‘χω και γω ένα τέτοιο να μου φυλάν τα γίδια, επειδής είναι τα γίδια, του διαβόλου. Του λέει ο Χριστός, θα σε ορμηνέψω – δω να φκειάσης και συ ένα σκ’λί. – Θα πας του λέει, να κόψης ένα κούτσουρο από μια αγραπιδιά, γκορτζά, και θα τη κοντοκοριάσης κι αφού θα είναι ίσο το κούτσουρο, από δω κομμένο κι από κει κομμένο, θα το κλωτσήσης με το ποδάρ’ και θα τ’ πης. – Σήκ’ απάνω να φας τον αφέντη σ’. Ο διάβολος έφυγε κ’ έκοψε το κούτσουρ’ από την αγραπιδιά και αφού το κοντοκούριασε πονηρεύτ’κε όμως μήπως σηκωθή και τον φάη κ’ έφκειασι ένα λάκκο κι μπήκε μέσα ο διάολος στο λάκκο κ’ έβγαλε το ποδάρ’ τ’ όξω. Και το κλωτσάει το κούτσουρο με το ποδάρ’. Και τ΄ λέει. Σήκως να φας τον αφέντη σου. Κι έτσι το κούτσουρο έγινε λύκος και του τρώει το ποδάρ’. Και γι αυτό είναι κουτσοδαίμονας και ο λύκος είναι αλύγιστος, κούτσουρο.

Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β. (EL)

Παραδόσεις

Ιωάννινα, Πράμαντα


1959




Λ. Α. αρ. 2302, σελ. 580 – 1, Δημ. Β. Οικονομίδου, Πράμαντα Ιωαννίνων, 1959

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.