Η Βόρεια Εισόδος στο ανάκτορο, από όπου εικάζεται ότι διέρχονταν όσοι έφθαναν από τις βορειότερες περιοχές και το λιμάνι της Κνωσού, στον σημερινό Πόρο του Ηρακλείου. Η Κνωσός, μολονότι απέχει 5 χλμ. από τη θάλασσα, είχε διαχρονικά παρουσία στα θαλάσσια εμπορικά δίκτυα, εισάγοντας και εξάγοντας πρώτες ύλες, αγαθά και τεχνογνωσία και διατηρώντας διπλωματικές και εμπορικές επαφές με περιοχές του Αιγαίου, της Ανατολίας, της Εγγύς Ανατολής και της Αιγύπτου. Το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, μπροστά σας, ερμηνεύτηκε από τον Evans ως «τελωνείο», στο οποίο ανακτορικοί αξιωματούχοι ήλεγχαν τα εμπορεύματα που έφταναν από το λιμάνι. Η κεντρική αίθουσα του ισογείου φέρει ογκώδεις τετράγωνους πεσσούς και δυο κίονες στη βόρεια πλευρά, που πιθανόν στήριζαν μια ευρύχωρη αίθουσα υποδοχής και συμποσίων(;) στον όροφο, με μεγάλη εξωτερική βεράντα. Ο κτιστός αγωγός, που διατρέχει το δάπεδο, συνδεόταν με το μακρύ δίκτυο, που κατέβαινε από τη βόρεια πλευρά της Κεντρικής αυλής και αποχέτευε τα όμβρια ύδατα μακριά από το συγκρότημα. Δίπλα στο «τελωνείο» βρισκόταν το πρόπυλο της Βόρειας Εισόδου. Από εκεί ξεκινούσε ένας μακρύς, ανοιχτός και πλακόστρωτος διάδρομος, με έντονα ανοδική κλίση που οδηγούσε στην Κεντρική αυλή. Κατά την ανακατασκευή του νέου ανακτόρου (1700-1450 π.Χ.), ο διάδρομος στένεψε και δυο ψηλοί ‘προμαχώνες’ διαμορφώθηκαν αριστερά και δεξιά. Στην κορυφή της εσωτερικής τους πρόσοψης ανοιγόταν στεγασμένη βεράντα με ξύλινους κίονες, που πατούσαν σε λίθινη βάση. Από σωζόμενα θραύσματα ανάγλυφης τοιχογραφίας, ο Evans θεώρησε ότι ο εσωτερικός τοίχος διακοσμούνταν με σκηνή σύλληψης επιτιθέμενου ταύρου μέσα σε ελαιώνα, αντίγραφο της οποίας τοποθέτησε στον αναστηλωμένο Δυτικό Προμαχώνα. Σήμερα η παράσταση του ορμώμενου ταύρου αποτελεί από τις πιο γνωστές και εμβληματικές εικόνες του ανακτόρου της Κνωσού, ‘συνεχίζοντας’, κατά κάποιο τρόπο, την ιδιαίτερη θέση που είχε ο ταύρος στην εικονογραφία του μινωικού ανακτόρου. Πιθανόν, μάλιστα, να αποτελούσε και τότε ένα είδους εμβλήματος της Κνωσού και της εξουσίας που έδρευε στο ανάκτορο. Ένας υπαίθριος διάδρομος συνέδεε την Κεντρική Αυλή του ανακτόρου της Κνωσού με τη Βόρεια είσοδο. Είχε πλακόστρωτο δάπεδο και έντονη κλίση προς τα βόρεια. Η διάβαση είναι στενή. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν δύο υπερυψωμένες στοές, που είναι γνωστές ως «Προμαχώνες». Η διάβαση κατέληγε σε μια μεγάλη αίθουσα με δέκα τετράγωνους πεσσούς και δύο κίονες, οι οποίοι πιθανότατα στήριζαν άλλη μεγάλη αίθουσα στον όροφο. Ο A. Evans υπέθεσε ότι λόγω της θέσης του προς την πλευρά της θάλασσας, στον χώρο αυτό θα έπρεπε να ελέγχονταν τα προϊόντα του θαλάσσιου εμπορίου που έφθαναν στο ανάκτορο. Γι’ αυτό και τον ονόμασε «Τελωνείο». Ο A. Evans αποκατέστησε τον «Προμαχώνα» της δυτικής πλευράς, όπου τοποθέτησε το αντίγραφο μιας συμπληρωμένης ανάγλυφης τοιχογραφίας ταύρου. Η τοιχογραφία αποτελούσε ίσως τμήμα παράστασης από σκηνή κυνηγιού. Στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ έγινε συντήρηση του αντιγράφου της ανάγλυφης τοιχογραφίας και αποκατάσταση των χρωμάτων αναστήλωσης Evans και ειδικότερα των κιόνων και των απομιμήσεων του ξύλου.
(EL)
The east of the North Entrance to the Palace, through which it is believed that people passed coming from the north and the port of Knossos, in what is now the Poros neighbourhood of Heraklion. Although Knossos is 5 km from the sea, it had a long presence on the maritime trade routes through the ages, importing and exporting raw materials, goods and technical expertise, and maintaining diplomatic and commercial relations with parts of the Aegean, Anatolia, the Near East and Egypt.
The imposing building in front of you was interpreted by Evans as a “Customs House”, where palace officials checked merchandise coming from the port. The central hall on the ground floor has massive square pillars and two columns on the north side, which probably supported a spacious room on the upper floor, perhaps a reception and banqueting hall, with a large external veranda. The built conduit running along the floor was connected to the long drainage network that descended from the north side of the Central Court and carried rainwater away from the complex.
Next to the “Customs House” was the porch of the North Entrance. From here a long, open, paved passage led steeply up to the Central Court. During the rebuilding of the New Palace (1700-1450 BC), the passage became narrower and two tall “bastions” were erected on either side. Their external façade was crowned with a roofed veranda with wooden columns set on a stone base and a relief fresco on the inner wall. From the surviving fragments, Evans believed that the fresco depicted the capture of a wild bull in an olive grove, and placed a copy on the reconstructed West Bastion.
Today the scene of the charging bull is one of the best-known and most iconic images of the Palace of Knossos, “continuing”, in a way, the special place occupied by the bull in the iconography of the Minoan palace. It may even have been an emblem of Knossos and the authority of which the Palace was the seat.
An open-air passage linked the Central Court of the Palace of Knossos with the North Entrance. It had a paved floor and was sharply inclined to the north. The passage is narrow. On either side were two raised colonnades known as “Bastions”. The passage ends in a large hall with ten square pillars and two columns, which probably supported another large hall on the upper floor. Arthur Evans suggested that, due to its position seaward, it was here that maritime trading goods would have been checked when reaching the Palace. The building was therefore named the “Customs House”. Evans reconstructed the “West Bastion”, where he placed a copy of a restored relief bull fresco. The original fresco may have formed part of a hunting scene. In the context of the 3rd CSF, the copy of the relief frescoes and the paintwork of Evans’s reconstruction, especially on the columns and imitation timbers, were restored.
(EN)