Ήdαν ένας Αγάς κι’ είχ’ έναν Αράπη παραγυιό τ’. Καθώς σπέρνανε μαζί τα χωράφια ρώτξε Αγάς. – Πόσο γέννημα θα βγάλ,με φέτος; - Αλλάχ bελίρ, αγά μ’. Σα dο θέρ’σανε και το κάνανε gβάρα, ρώτξε πάλι αγάς. – Πόσο γέννημα θα βγάλ’με; - Αλλάχ bελίρ, αγά μ’. Σα d’ αλωνίσανε, πάλι ρώτξε. Πάλι το ίδιο είπε κείνος. – Μα αφού το ‘χουμε χαζίρ’ bε! Του λέει Αγάς. Πιάνει μια βροχή, χάθηκε το γέννημα, πήγε να κολυbήση αγά – Το γέννημα το πήρε το λαγκάδ’ – Η αγάς κυνήγησε τον bαραγυιό τ’ με το ξύλο – Αφού ήξερες, γιατί δε μου το πες; Ο παραγυιός έκανε να φύγη μα τον πήρε το ποτάμι και πνίγηκε. Κει που έπεσε το είπανε «τ’ Αράπ’ η λάκκος»
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών