Άλλη παράδοση πάλι λέγει ότι από το Μουρτάτ έγινε το Σαμοκόβ: - «Πε το μεγάλο το Σαμοκόβ της Βουργαρίας, διηγείται ο ογδοντάρης Νικόλας Μαλτέζης, κατέβκασι τα καποτνά τα χρόνια αθρώπ’ και γείδασι, στην άκρα το γιαλό στον Άγιο-Παύλο την άμδ’ την μαύρ’ πε το μανdέμ που γήρκουνdαν τέσσερες ώρες μακριά. Αυτοί γήdασι μαστόρ’ και γυθελάσι να νελού(2) το μανdεμ. Πήρασι τον bοταμό, τον bοταμό που λέσι dον θελό, πέρασάσι τον bοταμό Κουλίκ, τη Gαραbζή, τη Σαβαχτιανή, το Gιρχανά, το Μαύρο τζά, το Μοναχό δένdρο, τον Άγιο Λια. Στο Μαυροτζά πρώτα γηύρασι μανdέμ κι’ έπκασι φούρνο για το μέταλλο. Γύστερα πήγασι κει Μουρτατιανοί πε το Μουρτάτ και νελούσασι τις πέτρες πε τα μουχάνια. Γύστερα λίγο dο λίγο μαζώθκασι πολλοί πε το Μουρτάτ κι’ εχτισάσι το δικό μας το Σαμοκόβ. Το χωριό μας γείχε και ξένους, πε το σαμοκοβιά (μύλους) και εβγαζάσι σίδερο. Μάλωνάσι όμως ο κόσμος, γιατί οι τσορμπατζήδες γείχαι τα σαμοκοβιά και πολύς κόσμος δυστυχούσασι. Μνια μέρα γοι αργάτες εβγαλάσι πε την Εκκλησία τις τσορμπατζήδες και σκότωσάσι dους. Η κυβέρνησ’ έστειλε τζανταρμάδες. Πε τα κείν’ την αιτία έμαθε η κυβέρνησ’ πως γήdου κει σαμακόβια κι’ έστειλ’ επιστάτες και δούλευγάσι καλά ο κόσμος. Έκανε και χοκιμάτ στο χωριό. Γήφερε μηχανήματα και έπκε μεγάλους gιουλέδες: Η παράδοση αυτή με αρκετή πειστικότητα και αληθοφάνεια μιλάει για την πρώτη αρχή του χωριού, χωρίς να μας την τοποθετεί χρονικά. Οπωσδήποτε, κοινή πίστη είναι στους Σ., ότι ήρθανε εκεί οι πρώτοι πρόγονοί τους από το Μουρτάτ και ότι αιτία να χτιστεί το χωριό τους είταν ο πλούτος του τόπου σε σιδηρομεταλλεύματα. [νελώ= λιώνω, ρέζω= αρέσω]

Άλλη παράδοση πάλι λέγει ότι από το Μουρτάτ έγινε το Σαμοκόβ: - «Πε το μεγάλο το Σαμοκόβ της Βουργαρίας, διηγείται ο ογδοντάρης Νικόλας Μαλτέζης, κατέβκασι τα καποτνά τα χρόνια αθρώπ’ και γείδασι, στην άκρα το γιαλό στον Άγιο-Παύλο την άμδ’ την μαύρ’ πε το μανdέμ που γήρκουνdαν τέσσερες ώρες μακριά. Αυτοί γήdασι μαστόρ’ και γυθελάσι να νελού(2) το μανdεμ. Πήρασι τον bοταμό, τον bοταμό που λέσι dον θελό, πέρασάσι τον bοταμό Κουλίκ, τη Gαραbζή, τη Σαβαχτιανή, το Gιρχανά, το Μαύρο τζά, το Μοναχό δένdρο, τον Άγιο Λια. Στο Μαυροτζά πρώτα γηύρασι μανdέμ κι’ έπκασι φούρνο για το μέταλλο. Γύστερα πήγασι κει Μουρτατιανοί πε το Μουρτάτ και νελούσασι τις πέτρες πε τα μουχάνια. Γύστερα λίγο dο λίγο μαζώθκασι πολλοί πε το Μουρτάτ κι’ εχτισάσι το δικό μας το Σαμοκόβ. Το χωριό μας γείχε και ξένους, πε το σαμοκοβιά (μύλους) και εβγαζάσι σίδερο. Μάλωνάσι όμως ο κόσμος, γιατί οι τσορμπατζήδες γείχαι τα σαμοκοβιά και πολύς κόσμος δυστυχούσασι. Μνια μέρα γοι αργάτες εβγαλάσι πε την Εκκλησία τις τσορμπατζήδες και σκότωσάσι dους. Η κυβέρνησ’ έστειλε τζανταρμάδες. Πε τα κείν’ την αιτία έμαθε η κυβέρνησ’ πως γήdου κει σαμακόβια κι’ έστειλ’ επιστάτες και δούλευγάσι καλά ο κόσμος. Έκανε και χοκιμάτ στο χωριό. Γήφερε μηχανήματα και έπκε μεγάλους gιουλέδες: Η παράδοση αυτή με αρκετή πειστικότητα και αληθοφάνεια μιλάει για την πρώτη αρχή του χωριού, χωρίς να μας την τοποθετεί χρονικά. Οπωσδήποτε, κοινή πίστη είναι στους Σ., ότι ήρθανε εκεί οι πρώτοι πρόγονοί τους από το Μουρτάτ και ότι αιτία να χτιστεί το χωριό τους είταν ο πλούτος του τόπου σε σιδηρομεταλλεύματα. [νελώ= λιώνω, ρέζω= αρέσω]
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Άλλη παράδοση πάλι λέγει ότι από το Μουρτάτ έγινε το Σαμοκόβ: - «Πε το μεγάλο το Σαμοκόβ της Βουργαρίας, διηγείται ο ογδοντάρης Νικόλας Μαλτέζης, κατέβκασι τα καποτνά τα χρόνια αθρώπ’ και γείδασι, στην άκρα το γιαλό στον Άγιο-Παύλο την άμδ’ την μαύρ’ πε το μανdέμ που γήρκουνdαν τέσσερες ώρες μακριά. Αυτοί γήdασι μαστόρ’ και γυθελάσι να νελού(2) το μανdεμ. Πήρασι τον bοταμό, τον bοταμό που λέσι dον θελό, πέρασάσι τον bοταμό Κουλίκ, τη Gαραbζή, τη Σαβαχτιανή, το Gιρχανά, το Μαύρο τζά, το Μοναχό δένdρο, τον Άγιο Λια. Στο Μαυροτζά πρώτα γηύρασι μανdέμ κι’ έπκασι φούρνο για το μέταλλο. Γύστερα πήγασι κει Μουρτατιανοί πε το Μουρτάτ και νελούσασι τις πέτρες πε τα μουχάνια. Γύστερα λίγο dο λίγο μαζώθκασι πολλοί πε το Μουρτάτ κι’ εχτισάσι το δικό μας το Σαμοκόβ. Το χωριό μας γείχε και ξένους, πε το σαμοκοβιά (μύλους) και εβγαζάσι σίδερο. Μάλωνάσι όμως ο κόσμος, γιατί οι τσορμπατζήδες γείχαι τα σαμοκοβιά και πολύς κόσμος δυστυχούσασι. Μνια μέρα γοι αργάτες εβγαλάσι πε την Εκκλησία τις τσορμπατζήδες και σκότωσάσι dους. Η κυβέρνησ’ έστειλε τζανταρμάδες. Πε τα κείν’ την αιτία έμαθε η κυβέρνησ’ πως γήdου κει σαμακόβια κι’ έστειλ’ επιστάτες και δούλευγάσι καλά ο κόσμος. Έκανε και χοκιμάτ στο χωριό. Γήφερε μηχανήματα και έπκε μεγάλους gιουλέδες: Η παράδοση αυτή με αρκετή πειστικότητα και αληθοφάνεια μιλάει για την πρώτη αρχή του χωριού, χωρίς να μας την τοποθετεί χρονικά. Οπωσδήποτε, κοινή πίστη είναι στους Σ., ότι ήρθανε εκεί οι πρώτοι πρόγονοί τους από το Μουρτάτ και ότι αιτία να χτιστεί το χωριό τους είταν ο πλούτος του τόπου σε σιδηρομεταλλεύματα. [νελώ= λιώνω, ρέζω= αρέσω]

Πετρόπουλος, Δημήτριος
Πετρόπουλος, Δημήτριος (EL)

Παραδόσεις

Θράκη, Σαμακόβι


1941




Δημήτρης Πετρόπουλος, Λαογραφικά Σκοπού Ανατολικής Θράκης, Αρχείον Θρακικού Θησαυρού, τόμος Ζ, 1940 – 1941, σελ. 148

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.