Ένας γέρος επήγε να σκάψη τ' αμπέλι του των Αγιώ Σαράντω. Μόλις έφταξε στο αμπέλι επήγαν σαράντα παλληκάρια, που ήσαν οι Σαράντα Άγιοι, και του 'σκάψαν το αμπέλι. Τον άλλο χρόνο ερωτούσε πότε είναι των Αγιώ Σαραντώ. Επήε πάλι στο αμπέλι του να σκάψη. Τότε ήρθαν σαράντα παλληκάρια και του λένε : “Γειά σου γέρω”. - “Καλώς τα παλληκάρια μου”. Μπάινουνε μέσα στο αμπέλι κι αρπούνε από μια ρίζα και τις παίρνουν και φεύγουν. Εγύρισε ο γέρος στο σπίτι ντελόγκου (αμέσως). Λέει του η γριά : “Ντελόγκου ήρθες πίσω”. “Ήρχα γριά μου και το πήρα κ΄εφύγανε” (Αυτή την ιστορία μας την έλεγε ο αφέντης μου, που έζησε 105 χρονώ, για να μη δουλεύωμε των Αγιώ Σαράντα.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών