Σ' ένα μέρος στο Πόνταμο στην Άγια Θέκλη (Νοτ. Της νήσου) στην εποχή που 'τον οι κλέφτες ηύραν μια 'υναίκα κ(αι) εμάευγε άλας την έκλεψαν και πήραν την στην Τρίπολι της Κυρηναϊκής και πούλησαν την για δούλα σ' ένα έμπορο που 'χε μαγαζιά. Ύστερα από καιρό επήεν πάλι 'ικό μας καΐκι κι όταν εδιορθώνετονα φύη το καΐκι επήεν η 'υναίκα και λέει του καπετάνου 'α με πάρετε κ(αι) εμένα πάνω στη Χάρκη. Πως θα σε πάρουμε κυρά μου της λέει ο καπετάνιος γιατί; - Γιατί είμαι κ' εγώ Χαρκίτισσα. - Πώς θα σου πιστέψουμε οτι είσαι Χαρκίτισσα 'α μας πης μέρη της Χάρκης 'α σου πιστέψουμε. Και λέει των η 'υναίκα: απ' την Κράμπια κρύο νερό (Βορ. Της νήσου) κι αφ' τους Λιαώτες (Δ. Χωριό) σκάρους κι αφ' την Κάτω γή (Ανατ. Νησ.) μαύρο σταφύλι. Τότε επίστεψεν ο καπετάνος και την έφερε πάνω και για να την φέρουν τύλιξαν την μέσα στην ψάθα για ά μην την ΄δή κανείς.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών