Ο δεύτερος Εζ Γρεγόρης ήταν στο Ασμαδόκκο, ως δύο ώρες μακριά από το χωριό, ερείπιο με μόνο όρθιο το θολό, που στέγαζε μια πέτρα όπου θυσίαζαν. Εκεί πήγαιναν το βράδυ της παραμονής του Αγίου Γρηγορίου και κοιμούνταν. Ήταν δυό μάτια νερού και πίστευαν πως έβλεπαν από το ένα μάτι να ρέη αίμα και από το άλλο έμπυο, που το ειχαν φάρμακο για τους βυζόπονους. Όταν μια γυναίκα πάθαινε από μολυνση του μαστού, από εκείνο το έμπυο έπαιρνε, άλειφε το πονεμένο μέρος. Ο Φαρασιώτης Θύμιος Ανθόπουλός, η Τσιτσέξας διηγείται τα εξής για τον Ασμαδόκκο : εκεί που ήτανε ο Ασμαδόκκος αίμα και πύο έβλεπε ο κόσμπς. Τάβλεπε κι έκλαιγε, γιατί να χυθή αίμα και πύο θάμαζε. Αλλά οτι πόνο κι αν είχες έπινες λίγο αίμα, γινόσουν καλά, όπως ήσουν πρώτα. Αν κοιμόσουν μέσα στο ξωκλήσι, την αυγούρα σε βρίσκανε έξω. Κάθε αυγή λαλαούσαν ως χίλια πετεινάρια. Κοίταζες με τα μάτια σου, τίποτα δε φαινόταν, μόνο στο νερό παίζανε δυο περιστεράκια. Καθόμαστε μια εβδομάδα εκεί. Όταν ερχόμαστε στο χωριό, τα λέγαμε σ' όσους δεν τα βλέπανε και κλαίγανε.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών