Είναι μια εκκλησιά στο γιαλό κοντα. Είχ' ένα βράχο κοντά στη θάλασσα και κάθε βράδυ φαινόταν εκεί πέρα ένα άγιο φώς. Πιάσε μια τρικυμία μεγάλη κι φανερώθ΄κε ένα παπόρ' από καρσί μακρυά. - Πο' να πάω; Πό' να πάω; ήλεγε καπιτάνιος. Από καρσί είδι το φώς. Πήγι, ήραξε κεί. Ήμπαινε κοντά στο φώς, πατούσε τον dόπο τ', μα το φώς δεν έζουβα (= έσβυνε). Πιάσε καπετάνιος παρακάλιε την Παναγία : - Παναγιά μ' κάνε καλώσυν' – Έκανε καώσύν' κι ο καπετάνιος ποίσεν εκκλησά κεί πέρα. Τη λένε Αγιά Φωκιά κι αυτή κι όλο το μέρος.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών