Την Παπαντή έσπερνε κάποιος ρεβύθια. Παρουσιάζεται η χάρη τσ' Παπαντής, τον χαιρέτησε : - Γειά σου, ζευγά. - Γειά σου. - Τι μέρα 'ναι σήμερα; - Δεν ξέρω. - Σήμερα είναι τσ' Παπαντής και δεν πρέπ' να σπέρν'ς. Όμως επειδής τώρα πειά ζευγαρίζ'ς, θα σπείρης τα ρεβύθια σ'; θα γένουν αλλά μα θυμάσαι να μην dο ξανακάνης. Για πρώτη φορα είσαι σ'χωρεμένος. Αυτός επειδής έκανε κείνην dη χρονιά ροβύθια μεγάλα κια χοντρά, εθυμούνταν τη μέρα που τα έσπειρε, τσ' Παπαντής μαθέ, κι άμα ήρθε η ίδια μέρα, είχε όργωμα έτοιμο, και πήγε και ξαναέσπειρε. Παρουσιάζεται πάλι η χάρη τς, η Παπαντή. - Πάλι σπέρνεις, ζευγά, η μέρα πούναι σήμερα; Δεν σου είπα να μη το ξανακάνης; - Θυμάσαι 'γω τώρα τι μούπες εσύ! Τς λέει κείνος. - Μάρμαρο να γέν'ς εδώ που σπέρν'ς του λέει η χάρη τς. Κι έγινε μάρμαρο, κι αυτός και τα βόδια τ' και το τζιbούκι που κάπνιζε. Δεν το 'χε στο στόμα τ', μ΄όνε δώ στο γιακά τ' που τόβαζε. Και τώρα όποιος πάη στην Ερεσσό, στ' αρχαία το βλέπει. Στο Μουσέιο τόχουνε.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών