Άμα ένας αδικοσκοτωθή λέουμε ότι φωνάζει και ακούομε τον αντίλαλό του. Ένα παιί το 'στειλε η μάννα του 'ά πά' α φέρη θάλασσα για (ν)α ζυμώση γιατί δεν είχε αλάτσι για να ζυμώση. Το παιί πήε στα Αρφανά (νοτίως) γιατί εκεί είχε μάντρα κ'ήθελε 'α πάρη γάλα (ν)α πιή. Άμα ήπιε το γάλα πήε (ν)α κατέβη απο τον εγκρεμνό και έτσι που εκρατούσε τα μπουκάλια έπεσε απο τον εγκρεμνό κάτω και σκοτώθηκε κι απο τότε ακούομε τον αντίλαλο του. Λέουμε ότι σκοτώθηκε γιατί άμα τον έστελε η μάνα του δεν ήθελε 'ά πά' και τον καταράστηκε (ν)α πά' και (ν)α μη γυρίση και δεν γύρισε.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών