Τα καλικαντζόνια έρχονται του Χριστού το άλλο βράδυ και πάνε στη γωνιά και κατουράνε. Παίρνουνε χαμολιό ξεχώνουν τη ρίζα που βρωμάει και την βάβουν στη φωτιά και καίει για να λένα τα καλικαντζόνια : Χαμολιός μυρίζει εδώ να χαθή τέτοιο χωριό! Σαρώνουν τη γωνιά και μαζώνουν τη στάχτη για να ιδούν αν θα κατέβουν τα καλικαντζόνια ν’αφήκουν αχνάρια και να σκορπίσουν τη στάχτη. Κάθουνται ως την Πρωτάγιαση, την παραμονή τω Φωτώνε. Τότε λένε : Φεύγατε να φύγουμε , έφτασ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστήρα του. Τις ημέρες που είναι τα καλικαντζόνια δε λούζουνται. Όταν χτενιστούνε τα μαλλιά τα ρίχνουν στη φωτιά.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών