Οι Καλικάντζαροι. Την εσπέραν της προ της παραμονής των Θεοφανείων ημέρας τα τερατόμορφα και παιδοκτόνα ταύτα μορμολύκεια συναισθανόμενα την εν Ιορδάνη παρουσίαν του Θεανθρώπου, εν ώ τας κάρας των ανθρώπων συνέθλασε, λέγουσι προς άλληλα τα εξής εν είδει επωδού : ‘’φεύγετε να φεύγωμε κ’έφτασ’ η τερλοπαπάς με τη(ν) πατερίτσα του και με τα βριτούρα του,’’διότι παραδίδοται ότι ο Ιησούς Χριστός είπε νηπιάζων περί του δωδεκαημέρου καθ’ο υπάρχει η παρουσία των ενοχλητικών τούτων καλ(ι)καντζάρων ‘’δώδεκα μήνες πως φυλάγω γώ, δώδεκα μέρες φ(υ)λαχθήτε σείς’’, δι ο λίαν τολμηροί θεωρούνται οι κωμασταί των νυκτών, οι οδοιπόροι κτλ. Τα δε οχληρά ταύτα όντα, άμα φωτ(ι)στούνα τα νερά, φεύγουσι δρομαία μη ανεχόμενα την παρουσίαν του σταυρού και μεταβαίνουσι εις τα όρη, στα β(ου)να, ή εις τ’άκαρπα τα δέντρα, όπως το επόμενον δωδεκαήμερον ακμαία επιληφθώσι του καταχθονίου αυτών έργου και σύρωσι τους ανθρώπους εις την αμαρτίαν ή σωματικώς βλάψωσι τους άφρονας ατρομήτους. (9) Η στάκτη. Μετά την του μικρού αγιασμού απόλυσιν, η οικοδέσποινα ή η υπηρέτρια, κατ’εντολήν εκείνης, πέριξ των θεμελίων της οικίας ρίπτει στάκτην επιμελώς τηρηθείσαν εν τη εστία καθ’ άπαν το δωδεκαήμερον. Πιστεύουσι δε ότι δια τούτου κατά το έαρ και το θέρος ουδαμώς θα ενοχλώνται από τα ζωύφια της νυκτός, διότι η ιερά εκείνη σποδός κατέστη εντομοκτόνος κατά το διάστημα του δωδεκαημέρου.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών