Οι σκαλλικαντζαραίοι πάαιναν σε κάνα σπίτι οι δυό γερόντισσες που τους άκουσαν είπαν: αν δεν γνέσω εγώ το τ'ζαμπαρλί κι αν δε φαω τη στρομπούκα δεν πλαγιάζω! Αυτό το λέγανε τα Δωδεκάμερα. Οι σκαλλικαντζαραίοι ήταν διαβόλοι. Φωνές ακούγονταν, δεν τα κύτταζαν κάναν γκαιρόν ήταν Πάησαν και τους χτυπούσαν μεσάνυχτα την πόρτα είδεν ο θείος μας ένα φόβιο. Μουγκρίζει σαν γουρούνα. (Κάναν γκαιρό = συνήθης Καστοριανανή έκφρασις σημαίνουσα''τον παλαιό καιρόν'' όθεν και το επίθετον καναγκιουρίσιος = του παλιού καιρού.)
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών