Οι παλαιές ελέγανε πως υπήρχαν Ανεραΐδες. «Είχαμε μια λαλά (=γιαγιά) κ’ ήφυε τα μεσάνυχτα να πάη στο χωράφι της. Εκεί που πήαινε, όταν έφτασε στο Ξεύρι (τοποθεσία), εκεί στο Ξεύρι είχαμε ένα αμπουρδέχτη (=δεξαμενή προς συλλογήν ομβρίων υδάτων). Εκεί που πήαινε η γριά για το χωράφι ήτανε οι Ανεραΐδες εκεί στον Αμπουρδέχτη μαζωμένες. Είχανε του κόσμου τα ρούχα, ‘πλωμένα, άσπρα. Ύστερης η γριά ήθελε να στραφή (=επιστρέψη) πίσω. Αφού ήθελε να στραφή γιατί τρόμαξε, επήε μια Ανεραΐδα και την ήπιασε από το χέρι και της είπε «πέρασε μόνο να μην πατήσης στα ρούχα που ‘χομε απλωμένα. Αυτά ελάμπανε εκεί τη νύχτα. Η γριά επήε στο χωράφι της. Σαν εξημέρωσε εγύρισε από το μέρος αυτό που ‘δε τα ρούχα τα ‘πλωμένα και δεν είδε τίποτε.

Οι παλαιές ελέγανε πως υπήρχαν Ανεραΐδες. «Είχαμε μια λαλά (=γιαγιά) κ’ ήφυε τα μεσάνυχτα να πάη στο χωράφι της. Εκεί που πήαινε, όταν έφτασε στο Ξεύρι (τοποθεσία), εκεί στο Ξεύρι είχαμε ένα αμπουρδέχτη (=δεξαμενή προς συλλογήν ομβρίων υδάτων). Εκεί που πήαινε η γριά για το χωράφι ήτανε οι Ανεραΐδες εκεί στον Αμπουρδέχτη μαζωμένες. Είχανε του κόσμου τα ρούχα, ‘πλωμένα, άσπρα. Ύστερης η γριά ήθελε να στραφή (=επιστρέψη) πίσω. Αφού ήθελε να στραφή γιατί τρόμαξε, επήε μια Ανεραΐδα και την ήπιασε από το χέρι και της είπε «πέρασε μόνο να μην πατήσης στα ρούχα που ‘χομε απλωμένα. Αυτά ελάμπανε εκεί τη νύχτα. Η γριά επήε στο χωράφι της. Σαν εξημέρωσε εγύρισε από το μέρος αυτό που ‘δε τα ρούχα τα ‘πλωμένα και δεν είδε τίποτε.
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Οι παλαιές ελέγανε πως υπήρχαν Ανεραΐδες. «Είχαμε μια λαλά (=γιαγιά) κ’ ήφυε τα μεσάνυχτα να πάη στο χωράφι της. Εκεί που πήαινε, όταν έφτασε στο Ξεύρι (τοποθεσία), εκεί στο Ξεύρι είχαμε ένα αμπουρδέχτη (=δεξαμενή προς συλλογήν ομβρίων υδάτων). Εκεί που πήαινε η γριά για το χωράφι ήτανε οι Ανεραΐδες εκεί στον Αμπουρδέχτη μαζωμένες. Είχανε του κόσμου τα ρούχα, ‘πλωμένα, άσπρα. Ύστερης η γριά ήθελε να στραφή (=επιστρέψη) πίσω. Αφού ήθελε να στραφή γιατί τρόμαξε, επήε μια Ανεραΐδα και την ήπιασε από το χέρι και της είπε «πέρασε μόνο να μην πατήσης στα ρούχα που ‘χομε απλωμένα. Αυτά ελάμπανε εκεί τη νύχτα. Η γριά επήε στο χωράφι της. Σαν εξημέρωσε εγύρισε από το μέρος αυτό που ‘δε τα ρούχα τα ‘πλωμένα και δεν είδε τίποτε.

Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ. (EL)

Παραδόσεις

Κίμωλος


1963




Λ. Α. αρ. 2758, σελ. 69 -70, Γεώργ. Κ. Σπυριδάκη, Κίμωλος, 1963

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el

http://hdl.handle.net/20.500.11853/295462



*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.