Ένας άνθρωπος από τις Πανιάρες αρρώστησε πέρσυ έπεσε με το κεφάλι κάτω. Τον πήγανε στην Καλαμάτα τόνε τηράξανε ούλοι οι γιατροί, του κάνανε κάθε λογής πράματα, τίποτις. Στο τέλος, που ήτονε στα τελευταία του ο άνθρωπος, είπε κάπιος μήπως του έχουνε καμωμένα τίποτε απ’ έξω (=μάγια) του ανθρώπου και να φέρουνε μια μάντισσα από την Ταβέρανα που είναι καλή και τα γιατρεύει αυτά τα πράματα. Η γυναίκα του στην αρχή δεν ήθελε ναν τ΄ακούση, εγώ, έλεγε, παγαίνω με του Θεού τη στράτα δεν τα θέλω αυτά τα δαιμονικά πράματα. Στο τέλος πια τους έδωκε ένα σκουτί του και τον παν της μάντισσας και να τους πη αν είναι ανάγκη να την φέρουνε. Μόλις το είδε εκείνη, είπε που ο άρρωστος είναι βαρειά, είχε πατήσει δίχως ναν το ξέρη το τραπέζι των ξωτερικώνε, εκεί στο δρόμο που περπάταε. Ώσπου να τήνε φέρουνε στις Πανιάρες, πέθανε ο άνθρωπος. Άμα έχουνε στημένο τραπέζι τα ξωτερικά και το πατήσης δεν έχεις γλυτωμό, πεθαίνεις. Άμ’ που να το ξέρει κανείς και να μην το πατήση, που δεν το βλέπει;

Ένας άνθρωπος από τις Πανιάρες αρρώστησε πέρσυ έπεσε με το κεφάλι κάτω. Τον πήγανε στην Καλαμάτα τόνε τηράξανε ούλοι οι γιατροί, του κάνανε κάθε λογής πράματα, τίποτις. Στο τέλος, που ήτονε στα τελευταία του ο άνθρωπος, είπε κάπιος μήπως του έχουνε καμωμένα τίποτε απ’ έξω (=μάγια) του ανθρώπου και να φέρουνε μια μάντισσα από την Ταβέρανα που είναι καλή και τα γιατρεύει αυτά τα πράματα. Η γυναίκα του στην αρχή δεν ήθελε ναν τ΄ακούση, εγώ, έλεγε, παγαίνω με του Θεού τη στράτα δεν τα θέλω αυτά τα δαιμονικά πράματα. Στο τέλος πια τους έδωκε ένα σκουτί του και τον παν της μάντισσας και να τους πη αν είναι ανάγκη να την φέρουνε. Μόλις το είδε εκείνη, είπε που ο άρρωστος είναι βαρειά, είχε πατήσει δίχως ναν το ξέρη το τραπέζι των ξωτερικώνε, εκεί στο δρόμο που περπάταε. Ώσπου να τήνε φέρουνε στις Πανιάρες, πέθανε ο άνθρωπος. Άμα έχουνε στημένο τραπέζι τα ξωτερικά και το πατήσης δεν έχεις γλυτωμό, πεθαίνεις. Άμ’ που να το ξέρει κανείς και να μην το πατήση, που δεν το βλέπει;
δείτε την πρωτότυπη σελίδα τεκμηρίου
στον ιστότοπο του αποθετηρίου του φορέα για περισσότερες πληροφορίες και για να δείτε όλα τα ψηφιακά αρχεία του τεκμηρίου*
χρησιμοποιήστε
το αρχείο ή την εικόνα προεπισκόπησης σύμφωνα με την άδεια χρήσης :
CC BY-NC-ND 4.0 GR

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα
CC_BY_NC_ND



Ένας άνθρωπος από τις Πανιάρες αρρώστησε πέρσυ έπεσε με το κεφάλι κάτω. Τον πήγανε στην Καλαμάτα τόνε τηράξανε ούλοι οι γιατροί, του κάνανε κάθε λογής πράματα, τίποτις. Στο τέλος, που ήτονε στα τελευταία του ο άνθρωπος, είπε κάπιος μήπως του έχουνε καμωμένα τίποτε απ’ έξω (=μάγια) του ανθρώπου και να φέρουνε μια μάντισσα από την Ταβέρανα που είναι καλή και τα γιατρεύει αυτά τα πράματα. Η γυναίκα του στην αρχή δεν ήθελε ναν τ΄ακούση, εγώ, έλεγε, παγαίνω με του Θεού τη στράτα δεν τα θέλω αυτά τα δαιμονικά πράματα. Στο τέλος πια τους έδωκε ένα σκουτί του και τον παν της μάντισσας και να τους πη αν είναι ανάγκη να την φέρουνε. Μόλις το είδε εκείνη, είπε που ο άρρωστος είναι βαρειά, είχε πατήσει δίχως ναν το ξέρη το τραπέζι των ξωτερικώνε, εκεί στο δρόμο που περπάταε. Ώσπου να τήνε φέρουνε στις Πανιάρες, πέθανε ο άνθρωπος. Άμα έχουνε στημένο τραπέζι τα ξωτερικά και το πατήσης δεν έχεις γλυτωμό, πεθαίνεις. Άμ’ που να το ξέρει κανείς και να μην το πατήση, που δεν το βλέπει;

Ταρσούλη, Γεωργία
Ταρσούλη, Γεωργία (EL)

Παραδόσεις

Μεσσηνία, Πύλος, Ζιζάνι


1939




Αρ. 1378 Α, σελ. 149, Γ. Ταρσούλη, Ζιζάνι Πυλίας, 1939

Κείμενο/PDF

Ελληνική γλώσσα




*Η εύρυθμη και αδιάλειπτη λειτουργία των διαδικτυακών διευθύνσεων των συλλογών (ψηφιακό αρχείο, καρτέλα τεκμηρίου στο αποθετήριο) είναι αποκλειστική ευθύνη των φορέων περιεχομένου.