Του αγά η γυναίκα έστειλε τον Αράπη από τη Ντροπολιτσά στου Βελή, στου Χατζή παρέδω και τον έστειλε να πάη τα σκουτιά του, ν’ αλλάξη το Σάββατο, Κυριακή ξημερώνοντα. Έφυγε ο Αράπης. Ξέρω πως έψαχνε τ΄άλλα σκουτιά, βρίσκει κει το σώβρακο τώρα; Τίνει τα μάγια, γυρίζει την ανέμη, κυττάει, κόντευε να σώση. «Γύρισ’ ανέμη, γύρισε βράκα, γύρισ’ αράπη από τη στράτα». Ο Αράπης κόντευε να σώση στο Βελή, απόξω στην πόρτα, που λέει ο λόγος, ήταν φτασμένος, που σταματάει το μουλάρι «Τε χάϊντε, ρε μπρος!» τίποτα το μουλάρι, γύρισε το πισάγναρο κείνο κι έφτασε στη Ντροπολιτσά. Βγάνει η Αγάδενα το σώβρακο, το δίνει στον Αράπη «Χάϊντε πίσω» του λέει «Δε θα πάη κυρά; Το μουλάρι» - «Θα πάη τώρα» του λέει εκείνη και πήγε. Τα μάγια γυρίζουνε και το ποτάμι.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών