Λένε πως κάποτε ο Θεός ρώτησε το διάβολο: «τι κάνεις τέλος πάντων στους ανθρώπους και σκάζουνε από φόβο;» «Να, έλα μαζί μου να ιδής» του αποκρίθη. Τράβηξαν μεσάνυχτα σ’ ένα μοναχικό δρόμο και κρύφτηκαν παράμερα. Τότε ακούστηκε νάρχεται απ’ αντίπερα ένας μεθυσμένος. Ο διάβολος μαζεύτη έγινε ένα κουβαράκι και ο μεθυσμένος πέρασε συνεχίζοντας το τραγούδι του. Μετά από λίγο φάνηκε νάρχεται πάνω σ’ ένα γαϊδουράκι ένας φοβισμένος και μαζεμένος, παρακινώντας κάθε τόσο το γαϊδουράκι του με τα πόδια, να κάνη γρήγορα στο μοναχικό κείνο μέρος. Τότε ο διάβολος μόλησε το πόδι του και το κούνησε πάνω στα φρούσουλα (ξερά φύλλα). Μονομιάς ο άνθρωπος πέθανε από το φόβο του.
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών