Στον – καιρό των – αρχαίων – Ελλήνω, οι j αρχαίοι Έλληνες εθέλανε να γενούνε πια ‘πάνω απού το Θεό και δεν εκατεβαίνανε απάνω απού τ’ αλογάντως, μόνο επηαίνανε κ’ ετσιμπούσανε τ’ αντίντερο απού τ’ αλόγατα με τα σπαθιά και δεν επηαίνανε ‘ς την εγκλησά. Ο Θεός γι’ αυτό τσοι γκρέμισε και τσοι ‘καμε διαόλους. Ο άγγελος είπε: Κύριέ μου, θα κατεβούνε να κάψουνε τον – κόσμο εκειά που θα πάνε. Λέει τότες ο Θεός: Στέσε τσοι. Ο άγγελος τότες τως είπε: Στήτε είπεν ο Θεός και διασκορπισθήτε και στένει τσοι πάλι. Όσοι ‘σανε ‘ς τον αέρα και δεν ήσανε πεσμένοι πειράζουν εδά ς τον αέρα, όσοι επέσανε ‘ς την – ξηρά πειράζουνε ς τα φρούδια, κι όσοι επέσανε ΄ς το νερό εγενήκανε ανεράϊδες. [Ακολουθεί μελέτη επί της παραδόσεως, αυτόθι.]
Το τεκμήριο παρέχεται από τον φορέα :
Ακαδημία Αθηνών
Αποθετήριο :
Αρχείο Παροιμιών και Λαϊκών Παραδόσεων του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών